"Η Υπέροχη γλώσσα, η αρχαία ελληνική..." ΟΤΑΝ στα ελληνικά σχολεία μειώνονται τα αρχαία ελληνικά στην Ευρώπη τα βάζουν στην εκπαίδευση τους ακόμη περισσότερο!
του Γιώργου Τασιόπουλου
«Η Υπέροχη γλώσσα, η αρχαία ελληνική, που δεν έπαψε ποτέ να γοητεύει άνδρες και γυναίκες όλες τις εποχές και σε όλα τα μέρη του κόσμου, με τη χάρη της, την κομψότητά της και πάνω απ’ όλα την ιδιορρυθμία της. Αυτή η γλώσσα της ομορφιάς, της περηφάνιας, της ακεραιότητας του πνεύματος … βρίσκεται ακόμα μέσα μας, στους Έλληνες.
Η αρχαία ελληνική που η Βιρτζίνα Γουλφ το 1905, όριζε ως “The Magic Language”.
Θαρρείς πως εκείνη η θεώρηση του κόσμου, μοναδική των αρχαίων Ελλήνων-από τον πολύ ιδιαίτερο τρόπο να σκέφτονται το χρόνο μέχρι την έκφραση της επιθυμίας, από την ικανότητα να εκφράζουν τον έρωτα και να ξεπερνούν το φράγμα που υψώνουν τα γένη των ονομάτων και της ζωής – έχει ξεκινήσει το τελευταίο της ταξίδι, εκείνο στο νόστο, που είναι μόνο δικός μας, που ανήκει σε εμάς, τους σύγχρονους Έλληνες».
Θα μπορούσατε σε μια ομήγυρη μορφωμένων, σε μια συνάντηση διανοουμένων, σε μια γενική συνέλευση εκπαιδευτικών να αναφερθείτε με το ίδιο πάθος για την γλώσσα μας; Φαντάζομαι πως όχι για δύο κυρίως λόγους. Ποτέ το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα δεν εκπαίδευσε τους Έλληνες μαθητές με τέτοιο τρόπο ώστε να αποδεχτούν την πολιτιστική κληρονομιά των αρχαίων ελληνικών που τους παραδόθηκε γενναιόδωρα. Απόκληροι οι νεοέλληνες μαθητές, δυσπρόσιτοι οι κλασικοί συγγραφείς. Δεν έχουμε την τύχη να διαδηλώνουν οι Έλληνες μαθητές για την υπεράσπιση των αρχαίων όπως στο Βέλγιο!
Περισσότερο σε μελαγχολεί ο δεύτερος λόγος, για τη διαπίστωση της φοβικής προσέγγισης της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Η ενασχόληση με τον Όμηρο, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τους τραγικούς, η αναφορά σε αυτούς, η επίκληση ενός αποφθέγματος στην ομήγυρη σε καταστεί ύποπτο, συντηρητικό στην καλύτερη περίπτωση, εθνικιστή, ρατσιστή και επικίνδυνο συνήθως. Αν πρέπει να υπερασπιστείς την ανάγκη για τους αρχαίους θα πρέπει να αποδείξεις πρώτα – δύσκολα να πείσεις – για τα δημοκρατικότητά σου.
Περισσότερο σε μελαγχολεί ο δεύτερος λόγος, για τη διαπίστωση της φοβικής προσέγγισης της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Η ενασχόληση με τον Όμηρο, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τους τραγικούς, η αναφορά σε αυτούς, η επίκληση ενός αποφθέγματος στην ομήγυρη σε καταστεί ύποπτο, συντηρητικό στην καλύτερη περίπτωση, εθνικιστή, ρατσιστή και επικίνδυνο συνήθως. Αν πρέπει να υπερασπιστείς την ανάγκη για τους αρχαίους θα πρέπει να αποδείξεις πρώτα – δύσκολα να πείσεις – για τα δημοκρατικότητά σου.
Θυμάστε κάποιον υπουργό να υπερασπίστηκε τη γλώσσα μας, μετά τον Αντώνη Τρίτση;
Εμμονή της «Ευρωπαίας» κ. Διαμαντοπούλου στην αναβάθμιση της αγγλικής γλώσσας, σε διωγμό ο «Επιτάφιος» και η «Αντιγόνη», από τον νυν Υπουργό.
Ευτυχώς το προαναφερθέν εδάφιο ανήκει στην Ιταλίδα, συγγραφέα, Andrea Marcolngo. Η ελληνίστρια δεν κατοικεί στην πατρίδα μας! Δεν κινδυνεύει να στιγματιστεί ως επικίνδυνη, καθώς διακινεί σκοτεινές ρατσιστικές απόψεις για υπερούσιες, ανώτερες γλώσσες.
Δεν συνοικεί με τους νέο - Έλληνες που όλο και περισσότερο μεταβαλλόμαστε σε Ποσειδωνιάτες του Αλεξανδρινού μας ποιητή:
«Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιάται
εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι άλλους ξένους.
…………..
και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά
βγαλμένοι — ω συμφορά! — απ’ τον Ελληνισμό».
εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι άλλους ξένους.
…………..
και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά
βγαλμένοι — ω συμφορά! — απ’ τον Ελληνισμό».
Πάντως, οι Βέλγοι μαθητές και εκπαιδευτικοί είναι αποφασισμένοι να μην επιτρέψουν στο κράτος να διακόψει την διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στα σχολεία. Ακόμη και τα μπλουζάκια που φορούν την ώρα της εκμάθησης της γλώσσας έχουν στάμπες με φράσεις αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Όπως χαρακτηριστικά λένε «είμαστε όλοι χαρούμενοι, γιατί ξεκλειδώνουμε την ψυχή μας με τα ελληνικά».
Συγκινεί με το πάθος της για τους αρχαίους η ελληνίστρια, Andrea Marcolngo*, στη μελέτη της, «Η Υπέροχη γλώσσα. 9 λόγοι για ν’ αγαπήσεις τα αρχαία ελληνικά»*.
Αυτό είναι το πρώτο της βιβλίο, το οποίο πρωτοεκδόθηκε στην Ιταλία το 2016 με τεράστια επιτυχία και πωλήσεις που ξεπερνούν τα 100.000 αντίτυπα, ενώ μεταφράζεται σε πολλές γλώσσες. Έργο εντυπωσιακό ως προς το εύρος αλλά και την ποιότητά του. Θα ήθελα, επίσης, να υπογραμμίσω την ευρύτητα πνεύματος της συγγραφέως.
«Αν έγραψα αυτές τις σελίδες, το έκανα επειδή από μικρό παιδί ερωτεύτηκα τα αρχαία ελληνικά: τελικά ήταν ο πιο μακροχρόνιος έρωτας της ζωής μου.»!!!
«Τώρα γυναίκα πια, θα ήθελα να δοκιμάσω να χαρίσω (ή να ανταποδώσω) λίγη αγάπη σ’ εκείνους που έπαψαν να τα αγαπούν… Καθένας από σας, στην πορεία της ζωής του, πρέπει να συναπαντήθηκε με τα ελληνικά και τους Έλληνες. Άλλος με τα πόδια μαγκωμένα κάτω από το θρανίο του λυκείου, άλλος στο θέατρο μπροστά σε μια τραγωδία ή μια κωμωδία, άλλος στους χλωμούς διαδρόμους πολλών αρχαιολογικών μουσείων που βρίθουν στην Ιταλία – σε όλες τις περιπτώσεις, η έννοια της ελληνικότητας ποτέ δεν ξεπερνούσε σε ενδιαφέρον και ζωντάνια ένα μαρμάρινο άγαλμα.
Σε όλους – κυριολεκτικά σε όλους – κάποια στιγμή πρέπει να ειπώθηκε, ή ούτε καν ειπώθηκε, αφού, εδώ και πάνω από δύο χιλιετίες, η φήμη που κυκλοφορεί είναι πάντα η ίδια, τόσο που έχει γίνει πια δεύτερη φύση κι έχει μπει για τα καλά στο κεφάλι όλων των Ευρωπαίων, το εξής: «Ότι ωραίο και ανυπέρβλητο ειπώθηκε ή έγινε στον κόσμο, το είπαν ή το έκαναν για πρώτη φορά οι αρχαίοι Έλληνες». Και συνεπώς στα αρχαία Ελληνικά.
Κριτική η ελληνίστρια συγγραφέας, έναντι της μεθόδου διδασκαλίας των αρχαίων, κρούει κώδωνα αφύπνισης για τους ευαίσθητους δασκάλους της γλώσσας, ανησυχεί για την εργαλειοποίηση και απαξίωση της γλώσσας στην ψηφιακή εποχή μας:
Οι χρησιμοποιούμενες μέθοδοι εκμάθησης (που μόνο λίγοι φωτισμένοι καθηγητές δεν υιοθετούν) παρέχουν την ασφαλέστερη εγγύηση πως όποιος τολμήσει να προσεγγίσει την ελληνική γλώσσα θα τη μισήσει αντί να την αγαπήσει. Κατά συνέπεια καταθέτουμε οριστικά τα όπλα σ’ αυτή την κληρονομιά που δεν τη θέλουμε πια, γιατί μόλις κάνουμε να την προσεγγίσουμε, μας φαίνεται ακατανόητη και το βάζουμε στα πόδια πανικόβλητοι. Οι περισσότεροι καίνε τα πλοία των ελληνικών πίσω τους, μόλις ξεμπερδέψουν με τις σχολικές υποχρεώσεις… Στην εποχή μας, που όλοι είμαστε συνδεδεμένοι με κάτι και ποτέ συνδεδεμένοι με κάποιον, όπου οι λέξεις έχουν περιέλθει σε αχρηστία, καθώς έχουν αντικατασταθεί από emotion και άλλα σύγχρονα πικτογράμματα, σ’ αυτόν τον κόσμοπου είναι ολοένα και πιο γρήγορος και σ’ αυτή την τόσο εικονική πραγματικότητα στην οποία ζούμε με διαφορά φάσης από εμάς τους ίδιους, είναι αλήθεια πως – με τις λέξεις – δεν καταλαβαινόμαστε πια.
Η γλώσσα, ή ό,τι απομένει από αυτή, γίνεται ολοένα και πιο κοινότυπη: πόσοι από σας τηλεφώνησαν (εννοώ να σχημάτισαν πράγματι έναν αριθμό για να ακούσουν μια ανθρώπινη φωνή) σήμερα, από αγάπη; Και πότε ήταν η τελευταία φορά που γράψατε ένα γράμμα, με το στιλό, πάνω σ’ ένα λευκό χαρτί) και σαλιώσατε έναν φάκελο κι ένα γραμματόσημο;… Χάνεται σιγά σιγά η ικανότητα να μιλάμε μια γλώσσα, όποια κι αν είναι αυτή. Να καταλαβαίνουμε, να καταλαβαινόμαστε. Να λέμε περίπλοκα πράγματα με απλές, γνήσιες, τίμιες λέξεις: ιδού η δύναμη των αρχαίων ελληνικών… Γιατί, για να παραθέσω και πάλι μια φράση της Βιρτζίνια Γούλφ: «στα ελληνικά επιστρέφουμε όταν έχουμε κουραστεί από την αοριστία, από τη σύγχυση κι από την εποχή μας».
*Andrea Marcolongo, Η Υπέροχη γλώσσα. 9 λόγοι για ν’ αγαπήσεις τα αρχαία ελληνικά, (μετ. Άννα Παπασταύρου), Εκδ. ΠΑΤΑΚΗ, 2018
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου