21 σημαντικές αλλαγές που υιοθετεί ο νόμος στο ασφαλιστικό

Ο νόμος του υπουργείου Εργασίας που πήρε ΦΕΚ την Παρασκευή εισάγει 21 αλλαγές στο ασφαλιστικό θα διευκολύνουν τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους καθώς και μελλοντικούς συνταξιούχους που δεν έχουν ένσημα πριν το 2002… 
Ο Αλέξης Μητρόπουλος και η ομάδα της Ένωσης για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους, ΕΝΥΠΕΚΚ, εντοπίζουν τις 21 σημαντικές αλλαγές που υιοθετεί ο νόμος στο ασφαλιστικό.
1) Εθνική σύνταξη με λιγότερα από δεκαπέντε έτη
Η προϋπόθεση συμπλήρωσης δεκαπέντε ετών ασφάλισης για την καταβολή της εθνικής σύνταξης δεν ισχύει για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης με τη συμπλήρωση χρόνου ασφάλισης μικρότερου των δεκαπέντε ετών. Στην περίπτωση αυτή το ποσό της εθνικής σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται αυτού που αντιστοιχεί στα δεκαπέντε έτη ασφάλισης (άρθρο 1 παρ.2).

 2) Αναζήτηση πέντε ετών και προ του 2002
Αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον πέντε ετών από 1.1.2002 μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης του υπαλλήλου-λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού, τότε, για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση συνολικά έως πέντε ετών ασφάλισης (άρθρο 1 παρ.3 εδ.α).
 3)Αναζήτηση δέκα ετών και προ του 2002 (από 1.1.2021)
Για συντάξεις με έναρξη καταβολής από 1.1.2021, αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον δέκα ετών από την 1.1.2002 μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης του υπαλλήλου-λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως δέκα ετών ασφάλισης (άρθρο 1 παρ. 3 εδ.β)  
 4) Ανώτατο όριο ανταποδοτικής σύνταξης
Tο συνολικό ακαθάριστο ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ακαθάριστο ποσό των συντάξιμων αποδοχών (άρθρο 1 παρ.4).
 5) Συντάξιμος, μετά από αναγνώριση, και ο χρόνος της άδειας ανατροφής παιδιών
Ως συντάξιμος χρόνος θεωρείται και ο χρόνος της άδειας άνευ αποδοχών ανατροφής παιδιών ηλικίας μέχρι έξι ετών, όπως αυτός ισχύει κάθε φορά και ο χρόνος της άδειας άνευ αποδοχών του ν. 3528/2007, με την προϋπόθεση της καταβολής από τον υπάλληλο των προβλεπόμενων ασφαλιστικών εισφορών (άρθρο 2 παρ.1).
 6) Ανώτατη μείωση 30% της σύνταξης και στις πρόωρες γήρατος του Δημοσίου
Το συνολικό ποσοστό της μείωσης της πρόωρης σύνταξης γήρατος, κατά τη μεταβατική περίοδο σταδιακής αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30% (άρθρο 2 παρ.2).
 7ον)Αναστολή της σύνταξης στο Δημόσιο
 
Η καταβολή της σύνταξης αναστέλλεται για όσο διάστημα ο δικαιούχος εκτίει περιοριστική της ελευθερίας ποινή μεγαλύτερη του ενός έτους και εφόσον το αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκε στρέφεται κατά του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ. Στην περίπτωση αυτή, η σύνταξη μεταβιβάζεται στους τυχόν δικαιοδόχους αυτής σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για συνταξιοδότηση λόγω θανάτου (άρθρο 2 παρ.3).
 8ον)Προσωπική διαφορά εκτός εισφορών και εκτός συνταξίμων αποδοχών
 
Από 1.1.2017 οι συντάξιμες αποδοχές, επί των οποίων υπολογίζονται ασφαλιστικές εισφορές, για όσους υπηρετούν ή προσλαμβάνονται στο Δημόσιο με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου και αμείβονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4472/2017, είναι οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές της παρ. 10 του άρθρου 153 του ν. 4472/2017, με εξαίρεση την προσωπική διαφορά. Οι συντάξιμες αυτές αποδοχές έχουν εφαρμογή και στον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών των προσώπων αυτών για επικουρική ασφάλιση, εφάπαξ παροχή και υγειονομική περίθαλψη (άρθρο 3).
 9ον)Απαράγραπτο το δικαίωμα της σύνταξης
 
Το δικαίωμα στη σύνταξη είναι απαράγραπτο, τα δε οικονομικά αποτελέσματα που γεννώνται από την άσκηση του δικαιώματος αυτού ανατρέχουν στην ημερομηνία έναρξης καταβολής της σύνταξης, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά περίπτωση από τις οικείες συνταξιοδοτικές διατάξεις του Δημοσίου (άρθρο 4).
 
Με το Κεφάλαιο Β΄ του Μέρους Α΄ (άρθρα 6-30) τροποποιούνται και συμπληρώνονται διατάξεις του ν. 4387/2016, που αναφέρονται στους φορείς του ΕΦΚΑ (εκτός Δημοσίου). Ειδικότερα, μεταξύ άλλων:
 1ον)Αναζήτηση πέντε ή δέκα ετών (από 1.1.2021) και προ του 2002
 
Αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον πέντε ετών από την 1.1.2002 και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως πέντε ετών ασφάλισης.
 
Για αιτήσεις συνταξιοδότησης με έναρξη καταβολής από 1.1.2021, αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης τουλάχιστον δέκα ετών από την 1.1.2002 έως την έναρξη της συνταξιοδότησης, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως δέκα ετών ασφάλισης (άρθρο 6).
 2ον)Αναγνώριση μέχρι επτά πλασματικών ετών για τους αγρότες με ευνοϊκότερους όρους
 
Σύμφωνα με το άρθρο 9 του νέου ν. 4488/2017 που τροποποιεί το άρθρο 34 του ν. 4387/2016, η αναγνώριση του χρόνου της παρ. 5 του άρθρου 53 του ν. 3518/2006 εξακολουθεί να ισχύει. Οι ασφαλισμένοι καταβάλλουν μηνιαία εισφορά ύψους 20% επί του 70% του προβλεπόμενου (κατά την υποβολή της αίτησης) κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Η διαδικασία καταβολής της εισφοράς αυτής καθώς και άλλες διευκρινίσεις θα καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
 3ον)Αυξημένες εισφορές για αυξημένες συντάξεις
 
Παρέχεται η δυνατότητα στους αυτοαπασχολουμένους και ελεύθερους επαγγελματίες να επιλέξουν ως βάση υπολογισμού των εισφορών τους ποσό μεγαλύτερο από το μηνιαίο εισόδημά τους, υπό την επιφύλαξη του ανώτατου ορίου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος που καθορίζει ο ν. 4387/2016.
 
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 11 του νέου νόμου 4488/2017, oι ασφαλισμένοι με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ οποτεδήποτε, μπορούν να επιλέξουν ποσοστά υπολογιζόμενα επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του μηνιαίου εισοδήματός τους. Στην περίπτωση αυτή το ύψος της βάσης υπολογισμού, ο κλάδος υπέρ του οποίου θα εισφέρει, καθώς και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγεται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους, με την επιφύλαξη για το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος.
 
Η εφαρμογή της νέας βάσης υπολογισμού αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης και παύει να ισχύει και πριν τη παρέλευση του ορισθέντος σύμφωνα με τα ανωτέρω χρονικού διαστήματος αυτοδικαίως, οποτεδήποτε προκύψει ανώτερη βάση υπολογισμού βάσει του μηνιαίου εισοδήματος σε σχέση με την επιλεγείσα, καθώς και από τον επόμενο μήνα από την ανάκληση της αίτησης ή την υποβολή νέας αίτησης εκ μέρους του ασφαλισμένου. Κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
 4ον)Επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθεισών εισφορών
 

Επανακαθορίζεται η διαδικασία συμψηφισμού και επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθεισών εισφορών στον ΕΦΚΑ.
 
Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 15 του νέου νόμου 4488/2017 4488/2017, αχρεωστήτως καταβληθείσες εισφορές στον ΕΦΚΑ συμψηφίζονται με πάσης φύσεως καθυστερούμενες οφειλές, ρυθμισμένες ή μη, των δικαιούχων προς τον ΕΦΚΑ και τους τρίτους φορείς, για τους οποίους ο ΕΦΚΑ συνεισπράττει εισφορές.
 
Αν δεν υπάρχουν οφειλές ή αν, ύστερα από τον συμψηφισμό, προκύπτει υπόλοιπο ποσό, αυτό επιστρέφεται άτοκα στους δικαιούχους ως εξής: α)Στις περιπτώσεις μισθωτών, ύστερα από αίτηση των δικαιούχων. β)Στις περιπτώσεις ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων, η επιστροφή γίνεται μετά την ετήσια εκκαθάριση των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών. Τα πρόσωπα αυτά μπορούν, με αίτησή τους, να ζητήσουν το υπερβάλλον ποσό να παραμείνει στον ΕΦΚΑ ως πιστωτικό υπόλοιπο, συμψηφιζόμενο με τις επόμενες εισφορές. Οι εισφορές υπέρ τρίτων φορέων που συνεισπράττονται από τον ΕΦΚΑ, επιστρέφονται από αυτόν και βαρύνουν τον αντίστοιχο φορέα, υπέρ του οποίου έγινε η είσπραξη. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται η διαδικασία συμψηφισμού και επιστροφής των εισφορών και κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή των ανωτέρω.
 5ον)Επαναπροσδιορισμός του τρόπου υπολογισμού της επικουρικής σύνταξης
 
Τροποποιείται το άρθρο 42 του ν. 4052/2012 και επαναπροσδιορίζεται ο τρόπος υπολογισμού του ποσού της επικουρικής σύνταξης για τους έως 31.12.2013 ασφαλισμένους, οι οποίοι καταθέτουν αίτηση συνταξιοδότησης από την 1.1.2015 και εφεξής.
 
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 16, το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί έως και 31.12.2014, υπολογίζεται με βάση ποσοστό αναπλήρωσης, το οποίο για κάθε έτος ασφάλισης αντιστοιχεί σε ποσοστό 0,45% επί των συνταξίμων αποδοχών κάθε ασφαλισμένου που υπεβλήθησαν σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης. 
Ως συντάξιμες αποδοχές νοούνται:

 
α)Για τους μισθωτούς, ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου από το έτος 2002 έως και το έτος 2014. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου δια του χρόνου ασφάλισής του κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα.
 
Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης, για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, αναπροσαρμοζόμενες σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4387/2016.
 
β)Για τους αυτοαπασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, το εισόδημα, το οποίο υπόκειται σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης του ασφαλισμένου από το έτος 2002 έως και το έτος 2014. Ως εισόδημα νοείται το ποσό που θα αποτελούσε το ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα. Στο ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε ασφαλισμένο συνυπολογίζεται, όπου υπήρχε, και η ασφαλιστική εισφορά που έχει καταβληθεί από τον εργοδότη.
 
Για τους ασφαλισμένους με ποσό εισφοράς υπέρ επικουρικής ασφάλισης, που προκύπτει ανάλογα με την αξία ή την ποσότητα επί των αγοραζομένων ή πωλουμένων προϊόντων, ο μέσος όρος μηνιαίων τεκμαρτών αποδοχών που προκύπτουν από την αναγωγή των πραγματικά καταβληθεισών μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών, των ετών 2002 έως και 2014, θεωρώντας ως ποσοστό εισφοράς το 6%. Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, αναπροσαρμοζόμενο σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4387/2016.
 
Επιπροσθέτως ορίζεται ότι αν για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών δεν προκύπτουν ασφαλιστικά στοιχεία από πραγματικό ή πλασματικό χρόνο ασφάλισης ή από προαιρετική ασφάλιση, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών από το 2002 έως το 2014, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών του τμήματος της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης έως και το έτος 2014 αναζητούνται τα ασφαλιστικά στοιχεία και κατά το πριν το έτος 2002 χρονικό διάστημα μέχρι τη συμπλήρωση συνολικά πέντε (5) ετών.
 6ον)Αύξηση εισφοράς υπέρ του ΜΤΠΥ (από 4% σε 4,5%)
 
Επανακαθορίζονται οι μηνιαίες κρατήσεις των μετόχων του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ) σε ποσοστό 4,5% επί των συντάξιμων αποδοχών τους.
 
Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 19 του νέου ν. 4488/2017, η πάγια μηνιαία κράτηση των μετόχων του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (MTΠΥ) ορίζεται σε ποσοστό 4,5% επί των συντάξιμων αποδοχών, όπως αυτές προσδιορίζονται για την κύρια σύνταξη. Η νέα αυτή ρύθμιση οδηγεί σε αύξηση της εισφοράς υπέρ ΜΤΠΥ ύψους 12,5%.
 7ον)Αποσύνδεση ασφάλισης από την ιδιότητα (μηχανικοί-δικηγόροι)
 
Αποσυνδέεται η υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ από την ιδιότητα του εγγεγραμμένου στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ) ή του εγγεγραμμένου στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο. Όπως ορίζεται στο άρθρο 20 του νέου νόμου 4488/2017, oι αυτοαπασχολούμενοι που είναι εγγεγραμμένοι ή θα εγγραφούν στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΤΕΕ) υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις του πρώην ΤΣΜΕΔΕ του ΕΤΑΑ και του ΕΤΕΑΕΠ, κατά τις διατάξεις του άρθρου 76 του ν. 4387/2016, από την ημερομηνία έναρξης άσκησης του επαγγέλματος στην αρμόδια ΔΟΥ και μέχρι τη διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας και τη διαγραφή από τη ΔΟΥ.
 
Οι δικηγόροι που είναι εγγεγραμμένοι ή θα εγγραφούν στους οικείους Δικηγορικούς Συλλόγους και ασκούν ελεύθερο επάγγελμα υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του πρώην ΤΑΝ/ΕΤΑΑ και του ΕΤΕΑΕΠ, από την ημερομηνία έναρξης άσκησης του επαγγέλματος στην αρμόδια ΔΟΥ και μέχρι τη διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας και τη διαγραφή από τη ΔΟΥ.
 
Η ισχύς των ανωτέρω αρχίζει αναδρομικά από την 1.1.2017. Ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί και αφορούν σε περίοδο ασφάλισης από 1.1.2017 έως την ισχύ της ρύθμισης συμψηφίζονται ή επιστρέφονται, πλην των ασφαλιστικών εισφορών για υγειονομική περίθαλψη.
 
Τα πρόσωπα των παραγράφων 1 και 2 που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ μέχρι την ισχύ του νέου ν. 4488/2017 και για τα οποία προκύπτει διακοπή της ασφάλισής τους στον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ, μπορούν προαιρετικά να συνεχίσουν την ασφάλισή τους για το σύνολο των κλάδων ασφάλισης στους οποίους υπάγονταν μέχρι τη διακοπή της υποχρεωτικής τους ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται με βάση το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος για τους ασφαλισμένους άνω 5ετίας του άρθρου 39 του ν. 4387/2016.
 
Για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, υποβάλλεται δήλωση του ασφαλισμένου εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου 4488/2017. Η προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης διακόπτεται, ύστερα από αίτηση του ασφαλισμένου, από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα από την υποβολή της αίτησης. Νέα αίτηση για προαιρετική ασφάλιση δεν μπορεί να υποβληθεί.
 8ον)Ασφάλιση αιρετών
 
Αποσαφηνίζεται το ασφαλιστικό καθεστώς των βουλευτών, των περιφερειαρχών, των δημάρχων, των αιρετών οργάνων Α΄ και Β΄ βαθμού και των προσώπων που διορίζονται σε θέσεις διοίκησης φορέων του δημοσίου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών ως προς το ύψος των ασφαλιστικών τους εισφορών για κύρια και επικουρική ασφάλιση, υγειονομική περίθαλψη και εφάπαξ παροχή, υπό το φως των ρυθμίσεων του ν. 4387/2016.
 
Οι λεπτομέρειες της νέας αυτής ρύθμισης αναφέρονται στο άρθρο 22 του νέου ν. 4488/2017, στην παρ. 8 του οποίου αναφέρεται αφενός μεν ότι η ισχύς των διατάξεων αρχίζει αναδρομικά από 1.1.2017 και αφετέρου ότι, αν από την εφαρμογή τους προκύψουν διαφορές στα ποσά των ασφαλιστικών εισφορών που πρέπει να καταβληθούν από την ανωτέρω ημερομηνία, εφαρμόζονται τα εξής:
 
α)Αν το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί είναι υψηλότερο από εκείνο που προκύπτει από την εφαρμογή του νέου νόμου 4488/2017, το επιπλέον ποσό συμψηφίζεται, μέχρι εξάλειψής του, με μελλοντικές καταβολές ασφαλιστικών εισφορών και
 
β)Αν το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί είναι χαμηλότερο από εκείνο που προκύπτει από την εφαρμογή των νέων διατάξεων, το επιπλέον ποσό που πρέπει να καταβληθεί για την τακτοποίηση των εισφορών των προηγούμενων μηνών καταβάλλεται σε δόσεις, ο αριθμός των οποίων είναι ίσος με τον αριθμό των μηνών για τους οποίους προκύπτει διαφορά στο ύψος των εισφορών, χωρίς την επιβολή προστίμων καθυστέρησης εξόφλησης.
 9ον)Απασχόληση λόγω ψυχικών παθήσεων
 
Επιτρέπεται η απασχόληση λόγω ψυχικών παθήσεων χωρίς διακοπή ή περικοπή της σύνταξης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 23 του νέου νόμου 4488/2017, γενικές και ειδικές διατάξεις που προβλέπουν διακοπή ή περικοπή της σύνταξης αναπηρίας ή της σύνταξης λόγω θανάτου και των προνοιακών ή άλλων επιδομάτων όταν ο δικαιούχος αναλαμβάνει εργασία ή αυτοαπασχολείται, δεν έχουν εφαρμογή στους δικαιούχους που πάσχουν αναπηρίας, η οποία οφείλεται σε ψυχική πάθηση ή νοητική υστέρηση ή συμπαθολογία ψυχικής πάθησης και νοητικής υστέρησης, με ποσοστό 50% και άνω, εφόσον η ανάληψη μισθωτής απασχόλησης ή η αυτοαπασχόληση ενδείκνυται για λόγους ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και κοινωνικής επανένταξης και η κρίση αυτή πιστοποιείται με γνωμάτευση μονάδας ψυχικής υγείας, η οποία θα ισχύει για τρία έτη, του αντίστοιχου Τομέα Ψυχικής Υγείας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 2716/1999.
 
Η ανάληψη μισθωτής απασχόλησης ή η αυτοαπασχόληση των ανωτέρω προσώπων για λόγους ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και κοινωνικής επανένταξης, δεν επηρεάζει την σχετική κρίση αξιολόγησης αναπηρίας περί ανικανότητας για κάθε βιοποριστική εργασία, κατά τη διαδικασία πιστοποίησης αναπηρίας από τα ΚΕΠΑ.
 
Η ανωτέρω διάταξη δεν εφαρμόζεται σε συνταξιούχους που αναλαμβάνουν μόνιμη ή με ΣΑΧ εργασία σε φορέα της Γενικής Κυβέρνησης.
 
Οι συνταξιούχοι της ανωτέρω περίπτωσης υποχρεούνται πριν αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν να το δηλώσουν στον ΕΦΚΑ, στο ΕΤΕΑΕΠ και στις αρμόδιες υπηρεσίες πρόνοιας, ενώ κάθε άλλη λεπτομέρεια καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
 10ον)Καταβολή σύνταξης σε περίπτωση ποινικής καταδίκης του δικαιούχου (ΕΦΚΑ)
 
Αναστέλλεται, κατ’ αντιστοιχία των οριζόμενων στην παρ. 3 του άρθρου 2 (Δημόσιο) του νέου νόμου 4488/2017, η καταβολή της σύνταξης για όσο διάστημα συνταξιούχος του ΕΦΚΑ εκτίει περιοριστική της ελευθερίας ποινή μεγαλύτερη του ενός (1) έτους και υπό την προϋπόθεση ότι το αδίκημα λόγω του οποίου καταδικάσθηκε στρέφεται κατά ασφαλιστικού φορέα. Ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 27, προκειμένου για τα πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, η καταβαλλόμενη σύνταξη αναστέλλεται για όσο διάστημα ο συνταξιούχος εκτίει περιοριστική της ελευθερίας ποινή μεγαλύτερη του ενός (1) έτους και εφόσον το αδίκημα για το οποίο καταδικάσθηκε στρέφεται κατά ασφαλιστικού φορέα. Στην περίπτωση αυτή, η σύνταξη μεταβιβάζεται στους τυχόν δικαιοδόχους αυτής, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για τη συνταξιοδότηση λόγω θανάτου. Τα οικονομικά αποτελέσματα της παρούσας διάταξης αρχίζουν από την 1η ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου. Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.
 11ον)Παράταση χορήγησης αναπηρικής σύνταξης
 
Παρατείνεται η χορήγηση της αναπηρικής σύνταξης για ένα ακόμα εξάμηνο εφόσον εκκρεμεί ιατρική κρίση ενώπιον των ΚΕΠΑ. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 28 του νέου νόμου 4488/2017 που τροποποιεί το άρθρο 66 του ν. 4144/2013 (ΦΕΚ Α 88), στις περιπτώσεις λήξης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος λόγω αναπηρίας και εφόσον εκκρεμεί στις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές ΚΕΠΑ ιατρική κρίση, χωρίς υπαιτιότητα των ασφαλισμένων, το δικαίωμα συνταξιοδότησής τους λόγω αναπηρίας παρατείνεται για έξι (6) μήνες, με το ίδιο ποσό που ελάμβαναν οι συνταξιούχοι πριν από τη λήξη του δικαιώματος, εφόσον κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα είχαν κριθεί από την υγειονομική επιτροπή με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%.
 
Εάν κριθεί από τις υγειονομικές επιτροπές των ΚΕΠΑ ότι αυτοί δεν φέρουν συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας ή φέρουν μικρότερο ποσοστό αναπηρίας από το προγενεστέρως κριθέν, οι αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές αναζητούνται άτοκα, δια συμψηφισμού, με μηνιαία παρακράτηση 20% από τις τυχόν χορηγούμενες συνταξιοδοτικές παροχές, ενώ στην περίπτωση που δεν χορηγούνται παροχές, αναζητούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ. Η ρύθμιση αυτή εφαρμόζεται και για όλα τα επιδόματα που χορηγούνται λόγω αναπηρίας, καθώς και για τις συντάξεις με αιτία την αναπηρία, ενώ παράλληλα παρατείνεται και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη όσων εμπίπτουν στο παρόν άρθρο. Η ισχύς των διατάξεων αυτών αρχίζει αναδρομικά από 1.7.2017.
 12ον)Παροχές ασθενείας σε είδος από τον ΕΟΠΥΥ σε ανασφάλιστους και διαζευγμένους
 

Τροποποιείται το άρθρο 30 του ν. 1469/1984 αναφορικά με το δικαίωμα παροχών ασθενείας σε είδος από τον ΕΟΠΥΥ για τους ανασφάλιστους και διαζευγμένους. Ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 29 του νέου νόμου 4488/2017, ο/η ανασφάλιστος/η διαζευγμένος/η σύζυγος δικαιούται να διατηρήσει, ως άμεσα ασφαλισμένος, το δικαίωμα παροχών ασθένειας σε είδος από τον ΕΟΠΥΥ ή άλλο φορέα κοινωνικής ασφάλισης ή το Δημόσιο, που είχε κατά το χρόνο λύσης του γάμου ο έτερος σύζυγος, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) Ο γάμος λύθηκε μετά τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας του, και β) δεν καλύπτεται άμεσα ή έμμεσα για παροχές ασθένειας σε είδος από τον ΕΟΠΥΥ ή άλλο ασφαλιστικό φορέα ή το Δημόσιο.
 
Για τη διατήρηση του δικαιώματος των παροχών ασθένειας σε είδος, ο ενδιαφερόμενος καταβάλλει μηνιαία ασφαλιστική εισφορά υπέρ υγειονομικής περίθαλψης ως εξής: α) Στον ΕΦΚΑ, για παροχές σε είδος από τον ΕΟΠΥΥ, σε ποσοστό 6,45% επί του ποσού που αντιστοιχεί στον εκάστοτε βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, β) στο Δημόσιο σε ποσοστό 6,45% επί του ποσού που αντιστοιχεί στον εκάστοτε βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, γ) στους λοιπούς ασφαλιστικούς φορείς, την προβλεπόμενη από τους οικείους κανονισμούς εισφορά ασφαλισμένου και εργοδότη υπέρ υγειονομικής περίθαλψης που υπολογίζεται επί του ποσού που αντιστοιχεί στον εκάστοτε βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
 
Το ασφαλιστικό δικαίωμα ασκείται από τον ενδιαφερόμενο μέσα σε ένα (1) έτος από την ημερομηνία έκδοσης της οριστικής απόφασης διαζυγίου.

Σχόλια