Η αντιμετώπιση του Τζιχαντιστικού “ρεύματος” πρέπει να είναι ολιστική. Η αρχή οφείλει να γίνει με την αντιμετώπιση των Αρχετύπων που κινητοποιούν μέσω κοινωνικών δικτύων και όχι μόνο, τους δράστες και αποτελούν βεβαίως και τα εύχρηστα νοητικά εργαλεία των καθοδηγητών. Υπό αυτή την έννοια , οφείλει η συντεταγμένη Πολιτεία του κάθε κράτους και σε συλλογικό επίπεδο να αντιτάξει τις άμυνες αυτές που θα αποτρέπουν τους Τζιχαντιστές.
Του Ιωάννη Μιχαλέτου
ΠΗΓΗ: RIMSE (http://www.rimse.gr/)
ΠΗΓΗ: RIMSE (http://www.rimse.gr/)
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση αντιστοίχων Αρχετύπων που προκαλούν “σοκ και δέος” προς τους ιδίους και σε αυτή τη φάση χρήσιμοι είναι όσοι κατέχουν εμπειρική ικανότητα ανάλυσης, διαίσθησης και “εργαλειοποίησης” της κοινωνικής ψυχολογίας των κατά βάση Αράβων δραστών. Σχετικές έρευνες και σε επιστημονικό επίπεδο γίνονται σε ιδρύματα των ΗΠΑ, του Ισραήλ και της Ρωσίας ενώ έμπειρο ανθρώπινο δυναμικό σε αυτό το τομέα υπάρχει σε πλείστες χώρες της Ε.Ε.
-Σε πολιτικό-στρατιωτικό επίπεδο είναι ηλίου φαεινότερο ότι πρέπει να καταστραφεί εξ’ολοκλήρου το Ισλαμικό Κράτος τόσο σε υλικό όσο και έμψυχο επίπεδο.
-Σε επίπεδο συνεργασίας κρατών της ΕΕ για την ανταλλαγή πληροφοριών, το προτεινόμενο μοντέλο συνεργασίας εκπορευόμενο από ένα κεντρικό σύστημα μεταξύ 27 κρατών θα οδηγεί σε δυσλειτουργίες και διαρροές, ενώ ένας διαμοιρασμός ευθυνών και τομέων αρμοδιοτήτων θα ήταν περισσότερο πρακτικός-αντίστοιχος του μοντέλου του ΝΑΤΟ ως προς το σύμφωνο της Βαρσοβίας (Δ. Γερμανία έναντι Α. Γερμανίας, Ελλάδα έναντι Βουλγαρίας, Ιταλία έναντι Γιουγκοσλαβίας, κ.ο.κ.). Αντίστοιχο διαμοιρασμό είχαν και το Ανατολικό μπλοκ έναντι του Δυτικού.
-Τα ανωτέρω προϋποθέτουν σαφέστατα ότι οι χώρες της Ε.Ε. αντιλαμβάνονται ότι έχουν να κάνουν με έναν εχθρό ο οποίος διαμοιράζεται και εντός και εκτός των συνόρων του και δεν έχει συμβατική μορφή. Επιπλέον σημαίνει ότι αντιλαμβάνονται ότι το φαινόμενο θα απαιτήσει ιδιαίτερη δυσκολία στην αντιμετώπιση του δεδομένων των περιορισμών που υφίστανται καθότι δεν υπάρχει διακριτός, κρατικός δρών αλλά μυριάδα ομάδων και δικτύων με ασαφή και μεταβαλλόμενη κρατική υποστήριξη από ορισμένα Ισλαμικά καθεστώτα αναλόγως των εξελίξεων.
-Πρώτα λοιπόν πρέπει να οριοθετηθεί ο “εχθρός”, μετέπειτα τα όρια & ικανότητες δράσης του και εν συνεχεία να τεθούν σε κίνηση οι ενέργειες – όπως οι παραπάνω και πολλές ακόμα- ούτως ώστε να μπορεί να αντιμετωπιστεί. Αυτή είναι και η σημαντικότερη δυσκολία σε σχέση με το ζήτημα.
-Οι επιθέσεις των Τζιχαντιστών θα συνεχιστούν στο προσεχές μέλλον και θα είναι πολύνεκρες.
-Η Ελλάδα σαφέστατα κινδυνεύει από τη δράση παραφρόνων , αλλά προς το παρόν η όποια πιθανή δράση τους δεν θα είναι αποτέλεσμα εντολής καθοδηγητών αλλά παράταιρη ενέργεια μεμονωμένου ατόμου ή πυρήνα. Οι χώρες της Ε.Ε. όπως η Γαλλία, Βέλγιο, ιδιαίτερα είναι σε πολύ σοβαρό κίνδυνο και δυστυχώς αυτό δεν έχει γίνει ακόμα αντιληπτό από τους εκεί “λήπτες αποφάσεων”, κρίνοντας από μια σειρά ανησυχητικών ενδείξεων σε πολιτικό επίπεδο πρωτίστως.
Σ.Σ.
-Σε αντίθεση με την κρατούσα πεποίθηση της “κοινή γνώμης” ότι οι υπηρεσίες ασφαλείας και πληροφοριών γίνονται πανίσχυρες στο Δυτικό κόσμο λόγω του “πολέμου ενάντια στη τρομοκρατία” αυτό δεν αληθεύει, τουναντίον η ισχύς τους στην ευρύτερη αρχιτεκτονική πολιτικής -κοινωνικής ισχύος διαρκώς μειώνεται.
-Ο λόγος είναι η τεχνολογία και η διαβρωτική της επίδραση τόσο στο επίπεδο ελέγχου των υπηρεσιών αυτών από τους πολιτικούς προϊσταμένους μέσω της τεχνολογίας, -γιατί υπάρχουν αλληλο-επικαλυπτόμενες υπηρεσίες που παρακολουθούν η μία την άλλη-, όσο και γιατί η νεώτερες γενιές στελεχών “χάνουν” εκ των πραγμάτων διαρκώς επαφή με τις ζυμώσεις στο πραγματικό κοινωνικό επίπεδο.
-Οι εποχές που ένα μεσαίο -αλλά εντελώς άγνωστο- στέλεχος μιας υπηρεσίας πληροφοριών λ.χ της Γαλλίας μπορούσε με το ανθρώπινο δίκτυο που διαχειριζόταν να διεισδύει σε ποικίλα και ανώτατα κυβερνητικά κλιμάκια και άρα να είναι ισχυρός, έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.
-Αντιθέτως τα περισσότερα κράτη αποτρέπουν συστηματικά τα στελέχη τους σε αυτές τις υπηρεσίες (εσωτερικής ασφάλειας) να αναπτύσσουν ανθρώπινα (και άρα δυναμικά και εξελισσόμενα δίκτυα) και τους υποχρεώνουν να βασίζονται στη τεχνολογία, άρα σε μηχανήματα που είναι διαρκώς σε συλλογικό και θεσμικό έλεγχο και δεν επιτρέπουν την ανεξέλεγκτη “ατομική χρήση”.
-Το παραπάνω αποτελεί βασικό μειονέκτημα για την αντιμετώπιση των Τζιχαντιστών, καθότι οι ίδιοι βασίζονται σε ανθρώπινα δίκτυα και μόνο ζώσες πηγές κατάλληλα τοποθετημένες και εκπαιδευμένες μπορούν να τους εξακριβώσουν.
-Ταυτοχρόνως, μόνο ανθρώπινες πηγές εντός των κοινοτήτων τους μπορούν να ενσπείρουν μόνο με τη εικαζόμενη παρουσία τους, διαλυτικά σύνδρομα, διαιρέσεις, διενέξεις και εν τέλει αποσάθρωση του κοινωνικού χώρου που κινούνται.
Σε τελική ανάλυση, χρειάζεται μια ισόρροπη προσέγγιση που να χειρίζεται την τεχνολογία ως βοηθητικό μέσο και όχι ως κύριο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου