Τα αποτελέσματα των δύο πρώτων ψηφοφοριών έχουν εξανεμίσει τις ελπίδες για εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας από την παρούσα Βουλή, γεγονός που φέρνει πολύ κοντά τις κάλπες. Αν και ο Σαμαράς δεν έχει καταθέσει τα όπλα, το εξαιρετικά πιθανό ενδεχόμενο στις αρχές Φεβρουαρίου να έχουμε κυβέρνηση Τσίπρα προκαλεί πυρετό στο ευρωιερατείο.
Στην πραγματικότητα, τα αφεντικά της Ευρώπης έρχονται αντιμέτωπα με τα αποτελέσματα της πολιτικής τους έναντι της Αθήνας. Κι όχι μόνο αυτό. Ο κίνδυνος να γενικευθεί η πολιτική αβεβαιότητα σ’ όλο τον ευρωπαϊκό Νότο είναι ορατός δια γυμνού οφθαλμού, γεγονός που επισημαίνουν ακόμα και ΜΜΕ που λειτουργούν ως εκφραστές των Αγορών.
Η δεδηλωμένη πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ να σταματήσει τις μνημονιακές πολιτικές και να απαιτήσει αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θεωρείται από το ευρωιερατείο αιτία ρήξης. Εξ ου και έχει επανέλθει το σενάριο της εξόδου από την Ευρωζώνη, παρότι ο Τσίπρας διαβεβαιώνει σ’ όλους τους τόνους ότι επιθυμεί το αντίθετο.
Αναμφίβολα, το ευρωιερατείο προτιμάει τους Σαμαρά και Βενιζέλο. Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν έκανε εκπτώσεις στις μνημονιακές υποχρεώσεις της Ελλάδας για να τους διευκολύνει στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Αντιθέτως, η επιμονή της Τρόικας να επιβάλει το σύνολο των απαιτήσεών της εδώ και τώρα υποχρέωσε την κυβέρνηση να επισπεύσει τη διαδικασία εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας.
Κι όχι μόνο αυτό. Ο Σαμαράς δίνει τη μάχη για τους 180 από πολιτικά δυσμενή θέση. Η ρητορική του για γύρισμα σελίδας με τερματισμό του Μνημονίου και αποδέσμευση από το ΔΝΤ αποδείχθηκε επιταγή χωρίς αντίκρισμα, προσθέτοντας ένα ακόμα κρίκο στην μακρά αλυσίδα εκκωφαντικών πολιτικών διαψεύσεων.
Τα αφεντικά της Ευρώπης τήρησαν ανελαστική στάση όχι μόνο λόγω ακαμψίας. Φοβούνταν ότι εάν γίνουν εκπτώσεις για την Ελλάδα θα ξηλωθεί το δίδυμο δόγμα της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της λιτότητας. Εκτός αυτού έχουν την τάση να επιρρίπτουν την ευθύνη για την αποτυχία του ελληνικού πειράματος αποκλειστικά στην Αθήνα, αρνούμενοι τις δικές τους εξόφθαλμες ευθύνες.
Η διαφαινόμενη αποτυχία εκλογής Προέδρου από την παρούσα Βουλή σημαίνει πρόωρες εκλογές και πιθανότατα αλλαγή κυβέρνησης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο κόμπος σύντομα θα φθάσει στο χτένι.
Αυτό, βεβαίως, δεν εμπόδισε τον Γιούνκερ και τον Μοσκοβισί να κάνουν ωμές παρεμβάσεις εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ και υπέρ της κυβέρνησης Σαμαρά, θυμίζοντας τις ημέρες του 2012. Τότε, στο πλευρό της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ είχε στρατευθεί σύσσωμο το ευρωιερατείο με πρώτη και καλύτερη τη Μέρκελ.
Οι τωρινές παρεμβάσεις έγιναν αντικείμενο κριτικής στην Ευρώπη κι όχι μόνο από αριστερά κόμματα. Τόσο ο πρόεδρος της Κομισιόν όσο και ο επίτροπος για τα οικονομικά παραβίασαν τον κανόνα της μη επέμβασης στις εσωτερικές πολιτικές αντιθέσεις των χωρών-μελών. Απ’ ότι φαίνεται, όμως, ο κανόνας αυτός ισχύει όταν πρόκειται για πολιτική ρουτίνα κι όχι όταν το ευρωιερατείο θεωρεί πως το διακύβευμα είναι μείζον και κρίσιμο.
Το ερώτημα είναι τι θα συμβεί εάν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλθει στην εξουσία. Αν και η εικόνα του στην Ευρώπη είναι πιο οικεία σε σύγκριση με το 2012, η αρνητική στάση των αφεντικών της Ευρωζώνης δεν έχει διαφοροποιηθεί ποιοτικά. Αυτός είναι ο λόγος που έχει επανέλθει στο προσκήνιο το περιβόητο Grexit.
Στους κόλπους του ευρωιερατείου είναι εμφανής μία αντίφαση. Από τη μία πλευρά φοβούνται τις επιπτώσεις από την άνοδο του Τσίπρα στην εξουσία και τη ρήξη μαζί του. Από την άλλη, όμως, προεξοφλούν ότι θα τον υποτάξουν. Η εκτίμηση ότι μία μελλοντική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα υποχρεωθεί να προσαρμοσθεί και να εφαρμόσει χωρίς εκπτώσεις τις μνημονιακές πολιτικές αντανακλά περισσότερο ευσεβείς πόθους.
Στην Κουμουνδούρου δεν επιθυμούν ρήξη με την Ευρωζώνη. Αναζητούν ένα συμβιβασμό μαζί της. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως είναι διατεθειμένοι να κάνουν στροφή 180 μοιρών από την αντιμνημονιακή ρητορική τους. Ο Τσίπρας ήταν σαφής σε πρόσφατη συνέντευξή του. Δεν θα προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες, εκτός κι αν τον αναγκάσουν.
Εκεί ακριβώς βρίσκεται το ζήτημα. Θα τον αναγκάσουν; Μία μειονότητα στους κόλπους του ευρωιερατείου υποστηρίζει την ανάγκη διαπραγμάτευσης ενός συμβιβασμού με μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Θεωρεί ότι μία ρήξη με την Ελλάδα θα προκαλούσε επικίνδυνες παρενέργειες για την Ευρωζώνη.
Η Ελλάδα δεν συνιστά πλέον τον συστημικό κίνδυνο για το ευρώ που συνιστούσε το 2010 ή και το 2011-12. Μόνο το 17% του ελληνικού χρέους βρίσκεται στα χέρια ιδιωτών. Το υπόλοιπο 83% βρίσκεται στα χέρια των χωρών-μελών της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το γεγονός αυτό οδηγεί στην εκτίμηση ότι η ελληνική κρίση μπορεί να απομονωθεί, με την έννοια ότι μία στάση πληρωμών δεν θα προκαλέσει πανικό στις Αγορές και συνθήκες ντόμινο στους άλλους αδύναμους κρίκους του ευρωπαϊκού Νότου.
Ακόμα κι αν αυτή η εκτίμηση ισχύει, δεν σημαίνει πως μία ασύνταχτη έξοδος της Ελλάδας θα άφηνε την Ευρωζώνη άθικτη. Το ευρωπαϊκό νομισματικό οικοδόμημα είναι ευάλωτο. Ας σημειωθεί ότι την τελευταία δεκαετία, το δημόσιο χρέος (αθροιστικά) των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου (Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα και Πορτογαλία) έχει τριπλασιασθεί ενώ στο ίδιο διάστημα τα καθαρά assets των χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά έχουν επταπλασιασθεί. Είναι ακριβώς αυτή η διάσταση της κρίσης που το Βερολίνο αποφεύγει επιμελώς να συζητάει.
Σ’ αυτό το περιβάλλον κραυγαλέας οικονομικής ασυμμετρίας και αντιφάσεων-αντιθέσεων, δεν αποκλείεται καθόλου ένα ρήγμα στον ελληνικό αδύναμο κρίκο να τροφοδοτήσει δυναμικές αποσταθεροποίησης και ενδεχομένως διάλυσης. Πριν λίγες ημέρες ο Ιταλός πρωθυπουργός Ρέντσι δήλωσε: «Ή αλλάζουμε κατεύθυνση ή χάνουμε την Ευρώπη».
Αποκαλυπτικά της αμφιθυμίας του ευρωιερατείου είναι δημοσιεύματα της γερμανικής Die Welt. Επικαλούμενη συνεργάτες του Σόιμπλε έγραψε ότι εάν μία κυβέρνηση Τσίπρα δεν εφαρμόσει τις μνημονιακές πολιτικές θα σταματήσει η χρηματοδότηση της Ελλάδας. Από την άλλη πλευρά, γράφει ότι μία ρήξη με την Ελλάδα θα ρίξει στο χάος όλη την Ευρώπη και καλεί τους Έλληνες να μη χάσουν την ψυχραιμία τους και να σώσουν την Ευρώπη!
Εάν το ευρωιερατείο επιδείκνυε ευελιξία και έκανε κάποιες εκπτώσεις σε μία μελλοντική κυβέρνηση Τσίπρα, το πρόβλημα θα μεταφερόταν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Η μετριοπαθής πτέρυγα θα πάταγε σ’ αυτές τις εκπτώσεις για να αντιμετωπίσει τις εσωκομματικές αντιδράσεις και να δικαιολογήσει στους ψηφοφόρους τις δικές της σημαντικές υποχωρήσεις στο πλαίσιο ενός συμβιβασμού.
Τα μηνύματα από τα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων, όμως, συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι στην πλειονότητά τους τα αφεντικά της Ευρωζώνης, παρότι φοβούνται, δεν είναι διατεθειμένα να κάνουν στον Τσίπρα τις εκπτώσεις που αρνήθηκαν στον Σαμαρά. Όταν προ καιρού ολιγομελής αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον πρόεδρό του συναντήθηκε με Γερμανό αξιωματούχο, το μήνυμα που της δόθηκε ήταν ξεκάθαρο: «Εάν θέλετε να επαναδιαπραγματευθείτε τις μνημονιακές δεσμεύσεις της Ελλάδας δεν έχουμε καμία αντίρρηση. Όσο θα διαπραγματευόμαστε, όμως, θα τις τηρείτε απαρεγκλίτως».
Τα αφεντικά της Ευρωζώνης ελπίζουν ότι η μη αυτοδυναμία θα υποχρεώσει τον Τσίπρα να συνεργασθεί με κόμματα όπως το Ποτάμι ή κάποιο από τα ΠΑΣΟΚ, που θα λειτουργήσουν σαν καταλύτης για την προσαρμογή και του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και στην μάλλον απίθανη περίπτωση που η ηγεσία έκανε κωλοτούμπα και συνέχιζε τις μνημονιακές πολιτικές θα αντιδρούσαν πολλοί βουλευτές.
Τα περισσότερα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι υπό την επήρεια αριστερών ιδεολογημάτων. Αυτό συχνά τα δυσκολεύει να αντιμετωπίσουν ρεαλιστικά τα προβλήματα της διακυβέρνησης. Από την άλλη πλευρά, όμως, εμποδίζει την εγκατάλειψη των προεκλογικών δεσμεύσεών του και μάλιστα αμέσως.
Από την πλευρά τους, οι μελλοντικοί βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που προέρχονται από τον χώρο της κεντροαριστεράς, επιθυμούν ένα συμβιβασμό, αλλά είναι απίθανο να αποδεχθούν μία τέτοια κωλοτούμπα. Ο λόγος, άλλωστε, που πήγαν στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ο αντιμνημονιακός προσανατολισμός τους.
Εάν το ευρωιερατείο τηρήσει ανελαστική στάση, ακόμα και οι μετριοπαθείς του ΣΥΡΙΖΑ θα εξωθηθούν να υιοθετήσουν γραμμή αντιπαράθεσης. Υπενθυμίζουμε την παλαιότερη δήλωση Δραγασάκη για διενέργεια δημοψηφίσματος εάν τα αφεντικά της Ευρωζώνης αρνηθούν έναν συμβιβασμό.
Το οικονομικό επιτελείο στην Κουμουνδούρου προετοιμάζεται για κάθε ενδεχόμενο, αλλά ο Τσίπρας ελπίζει ότι με διαπραγματεύσεις θα διαμορφώσει μία νέα σχέση με την Ευρωζώνη. Το επιχείρημά του είναι ότι η Ελλάδα παραμένει συστημικός κίνδυνος και ως εκ τούτου το ευρωιερατείο δεν θα διακινδυνεύσει μία ρήξη. Το επιχείρημα δεν είναι αβάσιμο, αλλά το νόμισμα έχει και άλλη όψη.
Όπως έχουμε προαναφέρει, δεν διευκόλυναν πολιτικά τον Σαμαρά για να μην αρχίσει να ξηλώνεται η πολιτική της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της λιτότητας. Και είναι δύσκολο να υποχωρήσουν, επειδή θα έχουν απέναντί τους μία πιο διεκδικητική ελληνική κυβέρνηση. Αντιθέτως, η παραδοσιακή γερμανική νοοτροπία και ανελαστικότητα ωθεί το Βερολίνο να τιμωρήσει την Ελλάδα για να καταστείλει τις τάσεις αντίδρασης στον υπόλοιπο ευρωπαϊκό Νότο.
Ο Τσίπρας είχε την ευκαιρία να ακούσει αυτή την προειδοποίηση και από τον Λαφοντέν. Ο παλαίμαχος ηγέτης της γερμανικής Αριστεράς γνωρίζει άριστα τον τρόπο που σκέπτονται οι γερμανικές και ευρωπαϊκές άρχουσες ελίτ, αφού ήταν για πολλά χρόνια ηγετικό στέλεχος της κυβερνώσας Σοσιαλδημοκρατίας και έχει διατελέσει υπουργός Οικονομικών.
Υπάρχει, όμως, και ένας πρόσθετος λόγος που ωθεί τις κατεστημένες ευρωπαϊκές πολιτικές ελίτ να τραβήξουν το χαλί κάτω από τα πόδια μίας μελλοντικής κυβέρνησης Τσίπρα. Φοβούνται πως εάν ο ΣΥΡΙΖΑ τα καταφέρει στην Ελλάδα θα λειτουργήσει ως παράδειγμα προς μίμηση. Οι αντισυστημικές πολιτικές δυνάμεις (αριστερές και ακροδεξιές) που αναδύονται σ’ όλη την Ευρώπη ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και της κοινωνικής υποβάθμισης θα ενισχυθούν.
Το συντεχνιακό συμφέρον της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς για αναπαραγωγή της ηγεμονίας τους, τις ωθεί να μην συνεργασθούν εποικοδομητικά με μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να μην έχει ακόμα ληφθεί οριστικές αποφάσεις, αλλά έχει διαμορφωθεί κυρίαρχη τάση, η οποία συνοψίζεται στη γραμμή ή ο ΣΥΡΙΖΑ θα τηρήσει τις μνημονιακές δεσμεύσεις ή θα του τραβήξουν το χαλί.
Αυτό που δείχνουν να μην κατανοούν τα αφεντικά της Ευρώπης, τους το είπε ρητά πριν μερικές ημέρες το όργανο των Αγορών, το πρακτορείο Bloomberg. Αφού επισημαίνει ότι η Ελλάδα έχει εξαντληθεί, υπογραμμίζει ότι καμία ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να διαχειρισθεί κι άλλη λιτότητα. Σ’ αυτή την κρίσιμη διαπίστωση συγκλίνουν κι άλλοι κύκλοι. Προς το παρόν, όμως, η τάση αυτή στις άρχουσες ελίτ είναι μειοψηφική. Την κατεύθυνση δίνουν οι ιέρακες του Βερολίνου που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στους κόλπους του ευρωιερατείου.
Στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι η πολιτική τους εντάσσεται στην ευρωπαϊκή συζήτηση για την υπέρβαση της κρίσης και δεν αποτελεί μία περιθωριακή πρόταση που θα προκαλέσει ρήξη. Αυτό, όμως, είναι η μισή αλήθεια. Η διελκυστίνδα στην Ευρωζώνη αφορά τη χαλάρωση κι όχι την ανατροπή του κυρίαρχου δόγματος οικονομικής πολιτικής, χωρίς, μάλιστα, ούτε αυτό να έχει γίνει πράξη.
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι αυτή η διελκυστίνδα όχι μόνο δεν έχει στο κέντρο της την Ελλάδα, αλλά πιθανόν και να μην την περιλαμβάνει. Ο ισχυρισμός ότι η Ελλάδα είναι ειδική περίπτωση δεν έχει εκλείψει. Δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι μία μελλοντική κυβέρνηση Τσίπρα θα βρει συμμάχους τις κυβερνήσεις του ευρωπαϊκού Νότου.
Ευρωπαϊκές πηγές, μάλιστα, θεωρούν πως οι κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Γαλλίας επιθυμούν από τακτικής απόψεως τη ρήξη με την Ελλάδα. Μία τέτοια εξέλιξη όχι μόνο θα αποσπούσε την προσοχή από τους δύο μεγάλους ασθενείς της Ευρωζώνης. Για την ακρίβεια, η ανάγκη διαχείρισης της κρίσης και σταθεροποίησης όχι μόνο δεν θα άφηνε περιθώρια για την κλιμάκωση των πιέσεων προς τη Ρώμη και το Παρίσι για λήψη μέτρων λιτότητας, αλλά ενδεχομένως να υποχρέωνε το Βερολίνο να αποδεχθεί τη χαλάρωση. Με άλλα λόγια, δεν είναι απίθανο η Ελλάδα να χρησιμοποιηθεί σαν Ιφιγένεια για να φθάσουν οι μεγάλοι της Ευρωζώνης σ’ έναν μεταξύ τους συμβιβασμό.
Πρώτο Θέμα, Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου