Γράφει ο Περικλής Νεάρχου
Πρέσβυς ε.τ.
Πρέσβυς ε.τ.
Η 40η επέτειος της τουρκικής κατοχής βρίσκει την Κύπρο κυριολεκτικά επί ξυρού ακμής. Ο τούρκος πρόεδρος Γκιουλ, που μετέβη στην κατεχόμενη Λευκωσία για προκλητικούς εορτασμούς και πανηγυρισμούς, δεν άφησε κανένα περιθώριο για το τι ακριβώς επιδιώκει η τουρκική πλευρά στην Κύπρο.
Επιδιώκει «συνεταιρισμό δύο ίσων κρατών», που μεταφράζεται σε αναγνώριση και εξίσωση του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους με την Κυπριακή Δημοκρατία. Η τελευταία θα υποβιβαζόταν σε μία τέτοια περίπτωση σε ισότιμη του ψευδοκράτους.
Ο τούρκος πρόεδρος δεν άφησε επίσης καμία αμφιβολία σχετικά με το θέμα των εγγυήσεων. Διεκδικεί τις ίδιες ακριβώς εγγυήσεις που επικαλέσθηκε ως πρόσχημα για να εισβάλει στην Κύπρο.
Οι τουρκικές αξιώσεις για την ΑΟΖ της Κύπρου και το φυσικό αέριο είναι επίσης γνωστές και κατατέθηκαν επισήμως στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τον τούρκο υπουργό Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, στο περίφημο έγγραφο των 105 σελίδων, στο οποίο αναφέρεται η Κυπριακή Δημοκρατία ως δήθεν «εκλιπούσα» και για το οποίο δεν αντέδρασε ως όφειλε ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Βενιζέλος.
Ο τουρκοκύπριος ηγέτης Ντερβίς Έρογλου, δεν υστέρησε σε δηλώσεις, που αποσαφηνίζουν πλήρως τις τουρκικές επιδιώξεις. Αρνείται ότι υπάρχει θέμα εποίκων, αρνείται να υποβάλει προτάσεις για το εδαφικό και το θέμα των περιουσιών και ζητά ανυποχώρητα τουρκικές εγγυήσεις. Θεωρεί, βεβαίως, ως δεδομένη την εξίσωση της μειοψηφίας με την πλειοψηφία και την κατάλυση κάθε έννοιας δημοκρατικής αρχής και την «ισότιμη» συμμετοχή στο φυσικό αέριο της Κύπρου, όπως και την εξαγωγή του με αγωγό μέσω Τουρκίας.
Δεν είναι απορίας άξιον ότι, παρά το ολέθριο κοινό ανακοινωθέν Αναστασιάδη – Έρογλου, οι διεξαγόμενες διακοινοτικές συνομιλίες βρίσκονται σε πλήρες αδιέξοδο. Οι επισπεύδοντες όμως για «λύση» με κάθε τρόπο του Κυπριακού ανησυχούν μήπως καταρρεύσουν εκ των πραγμάτων οι συνομιλίες. Ο βρετανός ύπατος αρμοστής στην Κύπρο Μάθιου Κιντ παρενέβη με συνέντευξή του την περασμένη εβδομάδα, για να δηλώσει, ως δήθεν κάτι αυτονόητο, ότι ασφαλώς θα υπάρξουν αποκλίσεις από το Ευρωπαϊκό κεκτημένο, εάν το επιβάλλει η «λύση»!
Αυτό ακριβώς ζητά ανυποχώρητα και η τουρκική πλευρά, γιατί γνωρίζει ότι η συζητούμενη δήθεν «λύση» ασφαλώς είναι ασυμβίβαστη με το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο και με οποιαδήποτε α[ό τις αρχές πάνω στις οποίες είναι θεμελιωμένη η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Υπό τις συνθήκες αυτές, είναι φανερό ότι η Κύπρος διατρέχει τον κίνδυνο να αυτοϋπονομευθεί με μία δήθεν «λύση», αποδεχόμενη την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, που είναι το βάθρο της διεθνούς αναγνωρίσεως και του αγώνα της για να βρεθεί ολόκληρο όμηρος της Άγκυρας, γιατί δεν πρέπει να υπάρχουν σε αυτό αυταπάτες και ψευδαισθήσεις. Οι τουρκοκύπριοι δεν είναι και δεν μπορούν να γίνουν αυτόνομος παράγοντας, γιατί ελέγχονται πολιτικά, στρατιωτικά και δημογραφικά από την Άγκυρα. Οι τουρκοκύπριοι σήμερα είναι μειοψηφία στα κατεχόμενα έναντι των εποίκων από την Τουρκία.
Καμία απόφαση δεν θα μπορούσε να λαμβάνεται χωρίς την έγκριση της Άγκυρας, που θα εξακολουθούσε να ελέγχει τους τουρκοκύπριους. Η πλειοψηφία των Ελλήνων της Κύπρου θα υποδουλωνόταν στη μειοψηφία και μέσω αυτής στην Άγκυρα. Ο έλεγχος του φυσικού αερίου της Κύπρου, που αποτελεί το νέο στρατηγικό της όπλο, θα περιερχόταν κατά κύριο λόγο στην Άγκυρα, κατά πρώτο λόγο, μέσω του ελέγχου των πολιτικών αποφάσεων των δύο ισότιμων «συνιστώντων κρατών», κατά δεύτερο λόγο μέσω των διεκδικήσεών της στην Κυπριακή ΑΟΖ και κατά τρίτο λόγο μέσω της αξιώσεώς της η εξαγωγή του φυσικού αερίου της Κύπρου προς την Ευρώπη να γίνει με αγωγό μέσω Τουρκίας.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι με τα δεδομένα αυτά, η δήθεν «λύση» τύπου σχεδίου Ανάν ΙΙ θα άνοιγε τον δρόμο για να περιέλθει σταδιακά ο γεωπολιτικός έλεγχος ολόκληρης της Κύπρου στην Άγκυρα, σε συνεργασία με τον Βρετανικό –κυρίως- παράγοντα, που θέλει να διαφυλάξει τα στρατηγικά του συμφέροντα στην Κύπρο και να μπει στο παιχνίδι του φυσικού αερίου της Κύπρου μέσω της «λύσεως» με μία Κύπρο που δεν θα μπορούσε να έχει ούτε πραγματική κυριαρχία.
Ενώ όμως η κατάσταση είναι αυτή και ο ελληνικός λαός παρακολουθεί με οργή τον ενδοτισμό, με τον οποίο τόσο ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης όσο και η κυβέρνηση στην Αθήνα, με προεξάρχοντα τον υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Βενιζέλο, διαχειρίζονται το μέγα εθνικό θέμα της Κύπρου, εμφανίζεται ξαφνικά στο προσκήνιο και η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ για να δώσει κάλυψη από αριστερά στην πολιτική αυτή και να δημιουργήσει σύγχυση για το τι ακριβώς συμβαίνει στην Κύπρο.
Η παρέμβαση αυτή έχει τη μορφή πρωτοβουλίας προσωπικοτήτων για «αλληλεγγύη» με την Κύπρο. Δεν έχει επίσημο κομματικό χαρακτήρα. Η συμμετοχή όμως στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, όπως της περιφερειάρχη Ρένας Δούρου, του ευρωβουλευτή Δ. Παπαδημούλη, του μέλους της Κ. Γραμματείας Θοδωρή Δρίτσα, του βουλευτή Κουράκη, του Π. Τρυγάζη και άλλων, είναι αδιάψευστο τεκμήριο ότι εκφράζεται μέσα από αυτούς η κυρίαρχη πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ.
Συνεργάζονται στην πρωτοβουλία αυτή και πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ, που αναζητούν νέα πολιτική στέγη και, βεβαίως, της ΔΗΜΑΡ, που αναζητούν κοινό πολιτικό παρονομαστή συνεργασίας σε ένα δήθεν «αριστερό» ενδοτισμό στα εθνικά θέματα.
Προφανώς η πολιτική αυτή δεν αφορά μόνο το Κυπριακό…
Ακολουθούν την ίδια πολιτική του ΑΚΕΛ στην Κύπρο. Το τελευταίο, αφού άσκησε μία ολέθρια Προεδρία με τον Δημήτρη Χριστόφια, υπερακοντίζει σήμερα ακόμη και τον Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη, που είχε υποστηρίξει απροκάλυπτα το Σχέδιο Ανάν.
Η πρωτοβουλία αυτή για την Κύπρο, με την πολιτική κάλυψη του ΣΥΡΙΖΑ και της ΔΗΜΑΡ, περιλαμβάνει και προσωπικότητες που αξίζουν κάθε σεβασμού και στάθηκαν πάντα στο πλευρό της Κύπρου. Δεν πρέπει όμως να κάνουν λάθος και να πιστέψουν ότι μπορεί δήθεν να είναι «λύση» για το Κυπριακό ένα σχέδιο Ανάν ΙΙ και να συμπράττουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Πηγή εφημ. «Το Παρόν»
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου