Μετά την ναυμαχία στο Ακτιο, λίγο έξω από την Πρέβεζα, το 31 πΧ, ο νικητής Οκταβιανός άνοιξε τον δρόμο για να γίνει μια μέρα Αύγουστος, και να στεφθεί αυτοκράτορας. Κάτι που ο θείος του Ιούλιος Καίσαρας δεν τόλμησε να κάνει, παρά το πόσο πολύ το είχε ποθήσει.
Η ναυμαχία αυτή στο Ακτιο είναι ένα ορόσημο από την άποψη πως η από πάντα λειψή δημοκρατία των ρωμαίων, που μικρή σχέση είχε με εκείνη των ελλήνων, μπαίνει πια στην διαδικασία μετασχηματισμού της σε αυτοκρατορία. Δηλαδή σε ένα πολίτευμα απολυταρχικό και δεσποτικό.
Παλιά δημοκρατικά ή ημι-δημοκρατικά χαρακτηριστικά θα επιβίωναν για πολλούς αιώνες και στο νέο συγκεντρωτικό πολίτευμα. Ωστόσο θα αναφαινόταν μια νέα επιτακτική για την ρωμαϊκή εξουσία ανάγκη: η εδραίωση της απολυταρχικής εξουσίας και κυριαρχίας και η εξάλειψη του κινδύνου της επανεμφάνισης της δημοκρατίας.
Ο κίνδυνος αυτός τον οποίο διέτρεχε η αυτοκρατορική εξουσία και η κυρίαρχη τάξη της αυτοκρατορίας δεν ήταν καθόλου φανταστικός. Οπως απέδειξαν διάφορα ιστορικά γεγονότα σαν την “στάση του Νίκα” στον ιππόδρομο της Κωστανινούπολης. Η αυτοκρατορική εξουσία γνώριζε πως αν ήθελε να μακροημερεύεσει και να εδραιωθεί έπρεπε να βρει έναν τρόπο ώστε να ξεμπερδέψει με τον αιώνιο εχθρό της: την δημοκρατία. Και με τα τελευταία της υπολείμματα.
Η αυτοκρατορική εξουσία επρεπε να βρει έναν τρόπο ώστε και η ίδια μα και το πρόσωπο του αυτοκράτορα, να αποκτήσουν στην συνείδηση των υπηκόων, διαστάσεις υπερφυσικές. Δηλαδή θεϊκές. Μια και η αυτοκρατορική λατρεία που είχε χρησιμοποιηθεί ως τότε δεν είχε αποδώσει τα αναμενόμενα. Πέρα από την ικανοποίηση της ματαιοδοξίας των ίδιων των αυτοκρατόρων.
Είναι στην φάση αυτή που ένα τμήμα της κυρίαρχης τάξης της αυτοκρατορίας συνειδητοποιεί πως η πιο ισχυρή εστία αντίστασης των παλιών δημοκρατικών ιδανικών είναι η πολυθεϊστική παραδοσιακή θρησκεία των λαϊκών τάξεων. Και πως η είσοδος ενός μονοθεϊσμού θα έπαιζε κομβικό ρόλο στην τελική επικράτηση του απολυταρχικού πολιτεύματος. Ενας θεός, ένας βασιλιάς. Ενα κράτος.
Οι κύριοι υποψήφιοι είναι δύο: ο μιθραϊσμός και ο χριστιανισμός. Με τα μάτια ενός ρωμαίου της κυρίαρχης τάξης της εποχής ο μιθραϊσμός θα ήταν μάλλον προτιμητέος έναντι του χριστιανισμού.
Ο χριστιανισμός βρίσκεται ακόμα στην “πρωτόγονη” εποχή του, όπως την λένε οι θρησκειολόγοι, δηλαδή στην κοινοκτημονική και κοινοβιακή του εποχή. Και το χειρότερο: οι επίσκοποί του εκλέγονται ακόμη από συνάξεις των πιστών. Δηλαδή δημοκρατία από την πίσω πόρτα. Και είναι επιπλέον και μαλωμένος με την συσσώρευση του πλούτου.
Ετσι αν επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί ο χριστιανισμός σαν το επίσημο θρησκευτικό δόγμα της αυτοκρατορίας θα έπρεπε να μεταλλαχθεί σε κάτι διαφορετικό από αυτό που ήταν μέχρι εκείνη την στιγμή. Πράγμα που έγινε. Είναι η εποχή που ο χριστιανισμός εγκαταλείπει πολλά χαρακτηριστικά του, ιδεολογικά, οργανωτικά, ακόμα και πρακτικά, όπως την περιτομή, για παράδειγμα.
Με τα δικά μας μάτια ίσως υπάρχει ένα ακόμη πρόβλημα που θα έπρεπε να λυθεί. Αυτό της εισόδου του χριστιανισμού και της αποδοχής του, ως ισότιμης λατρείας μαζί με τις δεκάδες άλλες λατρείες, από την ελληνορωμαϊκή κοινωνία της μεσογείου εκείνης της εποχής.
Κι όμως δεν υπήρξε κανένα πρόβλημα. Κι ο λόγος είναι πως ο πολυθεϊσμός εκείνος των ελλήνων και των ρωμαίων, ήταν δεκτικός σε νέες θεότητες και λατρείες, ακόμα και τις πιο παράξενες.
Με τον χριστιανισμό, και μάλιστα τον μεταλλαγμένο κατά τις επιθυμίες της κυρίαρχης ρωμαϊκής τάξης, ο παλιός ελληνορωμαϊκός πολυθεϊσμός “ούτε που κατάλαβε τι τον χτύπησε”. Ουσιαστικά πλήρωσε ακριβά την πολυσυλλεκτικότητά του. Και την θρησκευτική του ανεκτικότητα.
Φυσικά, στην διάδοση του χριστιανισμού στα λαϊκά στρώματα της αυτοκρατορίας βοήθησαν κι άλλοι παράγοντες. Και όχι μόνο οι επιθυμίες και οι προθέσεις της κυρίαρχης τάξης της ρωμαϊκής κοινωνίας. Τέτοιοι παράγοντες ήταν η ανεργία (ναι, υπήρχε αγορά εργασίας στην ελληνορωμαϊκή μεσόγειο της αρχαιότητας), η εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων στις μεγαλουπόλεις της μεσογείου, η απελπισία των δούλων, και η ίδια η κατάπτωση του παλιού πολυθεϊσμού.
Ο πατροπαράδοτος και παραδοσιακός πολυθεϊσμός δεν επαρκούσε πια στο να καλύψει τις μεταφυσικές ανησυχίες των μεσαίων ελληνορωμαϊκών στρωμάτων της εποχής του, μια και ο ίδιος είχε πια μεταλλαχθεί σε ένα απέραντο συνονθύλευμα δοξασιών. Αρκετές από τις οποίες στα μάτια των μορφωμένων των μεσαίων στρωμάτων θα πρέπει να στερούνταν κάποιου κύρους ή βαρύτητας.
Από την άλλη ο ίδιος ο χριστιανισμός της εποχής διέθετε κοινωνικά στοιχεία που τον εκαναν θελκτικό στις εξαθλιωμένες λαϊκές τάξεις των πόλεων της αυτοκρατορίας. Ο παλιός κοινοβιακός του χαρακτήρας που επιζούσε ακόμα και παρείχε μια οικονομική, ακόμα και εργασιακή, ασφάλεια και βεβαιότητα, καθώς ο πιστός εκλάμβανε πλέον τον εαυτό του ως μέλος μιας ειδικής κοινότητας που τον εξασφάλιζε από κινδύνους και αβεβαιότητες και του παρείχε τα απαραίτητα. Τα κοινά συσσίτια, γνωστά και ως αγάπες, σε κάποιες άλλες περιοχές, και τα παρόμοια. Το κοινωνικό πρόσωπο του χριστιανισμού αυτής της εποχής δηλαδή, έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην αποδοχή του από τμήματα του λαού.
Η ρωμαϊκή κυρίαρχη τάξη, όταν πια επικράτησε πολιτικά εντός της η άποψη για την υιοθέτηση του χριστιανισμού ως οχήματος επιβολής της απολυταρχίας της στα λαϊκά στρώματα, φρόντισε να κάνει και ειδική φιλολογική επιμέλεια στα μέχρι τότε χριστιανικά κείμενα και να παγιώσει έναν κανόνα και μια λίστα κειμένων, σύμφωνα με τα πολιτικά της συμφέροντα. Αυτό τουλάχιστον έγινε με τα ευαγγέλια που προετοίμασε η 1η οικουμενική σύνοδος στην Νίκαια της Βιθυνίας, το 325 μΧ, και τα οποία απέστειλε στις εκκλησίες της αυτοκρατορίας.
Η ρωμαϊκή εξουσία ενδιαφέρθηκε ακόμη να κρατήσει και τις θρησκευτικές δογματικές διαμάχες σε ένα μη απειλητικό για την συνοχή του κράτους επίπεδο, και φυσικά επέβλεψε και το ίδιο το δόγμα ως έναν βαθμό, ώστε να μην υπάρξει κάποια δυσάρεστη έκπληξη επανεμφάνισης των δημοκρατικών του χαρακτηριστικών. Αυτό το νόημα έχει και η προεδρία του ίδιου του αυτοκράτορα Κωσταντίνου του Α’ στην σύνοδο της Νίκαιας, όπου μια και οι συζητήσεις γινόταν κυρίως στην ελληνική, ο ίδιος θα πρέπει σίγουρα να είχε σοβαρό πρόβλημα στο να ξεχωρίσει τις ελληνικές λέξεις ομοούσιο και ομοιούσιο. Που ήταν και το κορυφαίο ζήτημα της συνόδου.
Και φτάνουμε στο αποτέλεσμα. Που είναι πως από την στιγμή της μετάλλαξης του χριστιανισμού σε κάτι που εξυπηρετούσε τα σχέδια της κυρίαρχης ρωμαϊκής τάξης και την συμπόρευσή του με την επίσημη ρωμαϊκή εξουσία, η παλιά πολυθεϊστική θρησκεία, τέθηκε σε διωγμό και απαγόρευση. Δεν τέθηκαν σε διωγμό και απαγόρευση τόσο οι άλλες μονοθεϊστικές θρησκείες, όπως εκείνη του sol invictus-Ηλιογάβαλου ή του Μίθρα, όσο ο παλιός ελληνορωμαϊκός πολυθεϊσμός, εξαιτίας του μεγάλου κινδύνου που αντιπροσώπευε για την απολυταρχική αυτοκρατορική εξουσία η σύνδεσή του με την δημοκρατία, η οποία έπρεπε να ενταφιαστεί οριστικά.
Αυτοκρατορική εξουσία και χριστιανικό δόγμα κατέστησαν οι αδιαμφισβήτητοι κυρίαρχοι για 1000 χρόνια. Μέχρι τουλάχιστον τον διαφωτισμό και την αναγέννηση. Οπου πάλι το δημοκρατικό πνεύμα της αρχαιότητας συνεπήρε τον δυτικό άνθρωπο και τον οδήγησε στις πρώτες σύγχρονες “δημοκρατίες”, τις πόλεις-κράτη όπως η Γενεύη, η Φλωρεντία κλπ. Ενα ιστορικό φαινόμενο σχετικά άγνωστο ακόμα. Ιδίως στην σύγχρονη ευρωπαϊκή αριστερά η οποία περίπου θεωρεί ως αφετηρία της ιστορίας την νεωτερικότητα.
Ολα αυτά έχουν να διδάξουν και σε μας κάτι σήμερα.
Τμήματα της παγκόσμιας κυρίαρχης τάξης έχουν ανοιχτά ομολογήσει πως το βασικό τους πρόβλημα είναι η υπερβολική δημοκρατία. Και είναι πια ολοφάνερος ο στόχος της μα και τα μέσα που χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί για να τον πετύχει.
Στόχος της παγκόσμιας κυρίαρχης τάξης είναι η ανάσχεση της όποιας δημοκρατίας. Ο ενταφιασμός της δημοκρατίας. Διότι η δημοκρατία απειλεί τα οικονομικά της συμφέροντα. Καθώς η πρώτη δυτική κοινωνία που θα συγκροτηθεί ΘΕΣΜΙΚΑ σε δήμο, θα θέσει σε κίνδυνο τον τωρινό οικονομικό τρόπο λειτουργίας, ο οποίος είναι εξαιρετικά προσοδοφόρος για την παγκόσμια ολιγαρχία του πλούτου. Η πορεία λοιπόν προς τον εκδημοκρατισμό είναι κάτι που πρέπει να ανακοπεί οριστικά.
Η διεθνής αυτή των αγορών αντιλαμβάνεται το εθνικό κράτος ως ένα σοβαρότατο εχθρό της, μια και το εθνικό κράτος παρέχει το νομοθετικό, διοικητικό, οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο, δηλαδή το κοινωνικό πλαίσιο, εντός του οποίου μπορεί να συγκροτηθεί η εθνική κοινωνία σε δήμο θεσμικά και να απειλήσει τα οικονομικά της συμφέροντα.
Η διεθνής των αγορών έχει διαβλέψει νωρίτερα από όλους, και σωστά, την κοινωνική κίνηση των δυτικών κοινωνιών προς το αίτημα συγκρότησης τους, θεσμικά, σε δήμο. Ισως και αμέσως μετά την πτώση του “υπαρκτού σοσιαλισμού”. Και έτσι έθεσε σε κίνηση ένα άλλο σχέδιο επιβολής και συντήρησης της απολυταρχικής της εξουσίας. Πολύ πιο οριστικό αυτή τη φορά, από ότι ο κοινοβουλευτισμός: τον θρησκευτικό δεσποτισμό.
Η διεθνής των αγορών επιτέθηκε “επιστημονικά” στο εθνικό κράτος, το καθύβρισε και το δαιμονοποίησε. Εχοντας μάλιστα στο πλευρό της μια στρατιά επιστημόνων, από ιστορικούς ως κοινωνιολόγους, τους οποίους προώθησε στα δυτικά πανεπιστήμια. Επιστήμονες με αριστερό και προοδευτικό προφίλ τέτοιο, το οποίο γνώριζε αυτή η διεθνής της εκμετάλλευσης, πως θα έκαμνε τον λόγο αυτών των επιστημόνων θελκτικό προς τις δυτικές κοινωνίες.
Ετσι παρουσιάστηκε και το αντιφατικό φαινόμενο στα πανεπιστήμια του καπιταλιστικού κόσμου, και στις έδρες διδασκαλίας τους, να κυριαρχούν “αριστερές” φωνές. Και το φαινόμενο γίνεται πράγματι πιο αντιφατικό αν αναλογιστεί κάποιος πως αρκετά από αυτά τα πανεπιστήμια είναι ιδιωτικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις, με σκοπό το κέρδος.
Επειτα, πολύ σημαντικό, αυτή η διεθνής των αγορών πέτυχε να διασπάσει τους περιοριστικούς φραγμούς που θέτει το εθνικό κράτος στην διακίνηση εργατικής δύναμης από χώρα σε χώρα. Επέβαλλε την ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων, με διεθνείς συνθήκες, όχι φυσικά από ελευθεροφροσύνη ή από αγάπη για τον άνθρωπο, μια και είναι αυτή η ίδια η διεθνής των αγορών που δημιουργεί την ανέχεια και την ανισότητα στις χώρες προέλευσης.
Στη συνέχεια η ίδια αυτή διεθνής των αγορών, στήριξε χρηματοδοτικά την μετανάστευση προς την ευρώπη, ενός τεράστιου αριθμού ανθρώπων από χώρες του ισλάμ, χρηματοδοτώντας και πολυποίκιλες οργανώσεις που παίζουν υποστηρικτικό ρόλο, με διάφορους τρόπους, στην μετανάστευση. Και πάλι στην προσπάθειά της αυτή η διεθνής της εκμετάλλευσης, έκανε σύμμαχό της τμήμα της ευρωπαϊκής αριστεράς, καταφέρνοντας να την αλώσει ιδεολογικά και να την καταστήσει ουσιαστικά υπέρμαχο της ελεύθερης διακίνησης μεγάλων αριθμών ανθρώπων, πιστών μάλιστα του ισλαμ, από τις χώρες τους προς τις δυτικές χώρες.
Η επιβολή της θεοκρατικής δεσποτείας, κρίνει η διεθνής των αγορών, είναι προς το οικονομικό της συμφέρον. Η μετατροπή χωρών της ευρώπης σε ισλαμικές, φαίνεται να εξυπηρετεί πολλαπλά τα συμφέροντά της. Καθώς θέτει εκτός μάχης την δημοκρατία από τη μια και από την άλλη θέτει στην διάθεσή της ένα εργατικό δυναμικό που δεν αντιδρά στον δεσποτισμό, κι ελπίζει να το καταστήσει πειθήνιο εργαζόμενο στις άθλιες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που προετοιμάζει. Κατεδαφίζοντας εργατικές διεκδικήσεις δυο αιώνων και ολόκληρο το κράτος πρόνοιας.
Με λίγα λόγια ο διεθνής καπιταλισμός έχει ήδη ποντάρει στο ισλάμ. Τα ρέστα του. Το οποίο ισλάμ, όπως έκανε και η ρωμαϊκή κυρίαρχη τάξη με τον χριστιανισμό, το έχει ήδη μεταλλάξει, ώστε να το ευθυγραμμίσει και με τα συμφέροντά του. Καταβάλλοντας μάλιστα, τα τελευταία 30 χρόνια, άοκνες προσπάθειες για τον λόγο αυτό, σε διάφορες χώρες, καθώς και πολύ χρήμα. Ωστε τώρα να έχουμε ένα κατά πολύ δεσποτικό, επιθετικό και φονταμενταλιστικό ισλαμ. Ενα επεκτατικό ισλαμ.
Αυτή τη φορά αυτό που ανοίγει την κερκόπορτα της επιβολής της θεοκρατικής δεσποτείας, δεν είναι η παλιά θρησκεία, όπως στην ρωμαϊκή περίπτωση. Αυτή τη φορά είναι η ίδια η ευρωπαϊκή δημοκρατική κουλτούρα των δύο τελευταίων αιώνων, και μαζί ένα τμήμα της δυτικής κοινωνίας που αντιπροσωπεύει δυναμικά αυτή την δημοκρατική κουλτούρα, δηλαδή η αριστερά, που ανοίγουν την κερκόπορτα.
Μια κερκόπορτα που θα φέρει τον θρησκευτικό δεσποτισμό, δηλαδή τον πολιτικό δεσποτισμό, πάνω στον οποίο θα στηριχτεί ο οικονομικός δεσποτισμός.
Και το σπουδαιότερο, -και μάλιστα σύμφωνο και με τα συγγράμματα των ειδικών του πολέμου που επιμένουν πως η καλύτερη νίκη είναι εκείνη που επιτυγχάνεται χωρίς πόλεμο-, ο δεσποτισμός αυτός θα επιβληθεί σχετικά “ειρηνικά” για …δημογραφικούς λόγους. Χωρίς ίσως να πέσει ούτε μια ντουφεκιά.
Οι ηγεσίες της αριστεράς στην χώρα μας, και στην ευρώπη, πρέπει να στρωθούν και να διαβάσουν το Κοράνιο. Θα είναι ένα πολύ χρήσιμο ανάγνωσμα για τα επόμενα χρόνια. Είτε για τον έναν είτε για τον άλλον λόγο. Είτε δηλαδή για να καταλάβουν τι είναι το ισλάμ και να πάρουν μέρος στην ανάσχεσή του, είτε για να προετοιμαστούν να το δεχθούν ως πιστοί αν επικρατήσει στις δυτικές χώρες.
Και φυσικά κάποτε πρέπει να διαβάσουν και την ευρωπαϊκή ιστορία, πριν από την “νεωτερικότητα”.
Θραξ o Αναρμόδιος
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου