Τη στιγμή που τα ερευνητικά σκάφη της PGS κατευθύνονται προς τα «φιλέτα», δηλαδή στη περιοχή νότια της Κρήτης, και τη στιγμή που η πρώτη κοινοπραξία φαίνεται έτοιμη να λάβει τις πρώτες άδειες σε περιοχές στα ηπειρωτικά της χώρας και στο Ιόνιο, το αυτονόητο ερώτημα που ανακύπτει είναι να προχωρήσουμε σε μία πρώτη προσέγγιση αναφορικά με τα περίφημα «ποσοστά» που θα μπορούσε να λάβει η χώρα μας από την αξιοποίηση του ενεργειακού της πλούτου.
Των Δρ. Γεωργίου Κ. Φίλη και Δρ. Ηλία Κονοφάγου
Το ερώτημα λοιπόν που θα προσπαθήσει να προσεγγίσει η σύντομη αυτή ανάλυση όπως γίνεται κατανοητό είναι αρκετά πολύπλοκο με μία σειρά επιχειρηματικών, γεωλογικών (γεωγραφικών) αλλά και πολιτικών παραγόντων να εισέρχονται στην εικόνα με αποτέλεσμα να το καταστούν αρκετά δύσκολο στην απάντησή του.
Έτσι, για την ώρα θα επικεντρωθούμε στη διεθνή πρακτική χωρίς να θέτουμε υπό τη βάσανο της ανάλυσης πιο πολιτικά, διαπραγματευτικά ζητήματα, τα οποία όπως είναι φυσικό θα επηρεάσουν την τελική «μοιρασιά». Δεν θα πρέπει φυσικά να ξεχνάμε πως αρχικά θα πρέπει να προσδιοριστεί επίσημα η δυνητική ποσότητα και η ποιότητα, καθώς και η θέση των κοιτασμάτων. Εκτιμώντας λοιπόν πως τα κοιτάσματα θα βρεθούν σε τοποθεσίες οι οποίες θα τα καθιστούν ανακτήσιμα τόσο το οικονομικό/επιχειρηματικό πρίσμα όσο και υπό το τεχνολογικών δυνατοτήτων, θα
προσπαθήσουμε να δώσουμε μία αρχική εικόνα για πού θα μπορούσαν να
κυμαίνονται τα ποσοστά που θα λάβει η χώρα από τη συγκεκριμένη επένδυση.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να καταστήσουμε σαφές πως η μοιρασιά από τα μελλοντικά έσοδα των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων μεταξύ του κράτους και των εταιρειών πετρελαίου είναι ένα στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί πάση θυσία στη χώρα μας. Επιπροσθέτως, το να αρχίσουμε εξαπολύσουμε μύδρους περί «ξεπουλήματος» πριν καν αρχίσουν οι διαδικασίες δεν θα είναι ούτε σωστό ούτε και έξυπνο αφού με την ολοκλήρωση των ερευνών τότε θα αρχίσει η πλέον ευαίσθητη διαπραγμάτευση μεταξύ του κράτους και των ενδιαφερομένων και εκείνοι τη κρίσιμη στιγμή όλοι θα πρέπει να είναι νηφάλιοι και να κάνουν σωστά τη δουλειά τους (αρκεί φυσικά στις θέσεις εκείνες να βρίσκονται άνθρωποι οι οποίοι γνωρίζουν την αγορά, έχουν εμπειρία και θα είναι σε θέση να διαπραγματευτούν).
Για να δούμε τη γενική διακύμανση των «ποσοστών» μεταξύ των κρατών και των εταιρειών θα πρέπει να σημειώσουμε πως τη δεκαετία του 1960 η παγκόσμια έρευνα κοιτασμάτων πετρελαίου διεξάγονταν μόνο από ένα μικρό αριθμό μεγάλων εταιρειών πετρελαίου ενώ σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά αφού περισσότερες από 300 εταιρείες πετρελαίου διεξάγουν έρευνες κοιτασμάτων υδρογονανθράκων σε περισσότερες από 150 χώρες. Όπως είναι κατανοητό σήμερα η εκάστοτε χώρα έχει – σε θεωρητικό τουλάχιστον επίπεδο - τη δυνατότητα να διαπραγματευτεί καλύτερους όρους από ότι στο παρελθόν αφού ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών έχει αυξηθεί – αυτό φυσικά εάν κάποιος βγάλει από την εικόνα τη πίεση που θα ασκήσουν οι μεγάλες χώρες προς την εκάστοτε χώρα ώστε να αποφασίσει να ευνοήσει την κάποιο συγκεκριμένο σχήμα.
Έτσι, η έρευνα για τον εντοπισμό και την αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου πραγματοποιείται βάσει συγκεκριμένων συμβάσεων μίσθωσης & παραχώρησης δικαιωμάτων από την κυβέρνηση προς τις πετρελαϊκές εταιρείες. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό πως οι όροι και οι προϋποθέσεις των εν λόγω συμβάσεων ορίζονται από το νόμο του εκάστοτε κράτους αλλά «όλα τα λεφτά» είναι στην εξειδίκευση μέσω διαπραγματεύσεων ανάλογα με τα χαρακτηριστικά των περιοχών (χερσαία ή θαλάσσια, με εύκολη ή δύσκολη γεωλογία), και εκεί υπάρχουν οι διαφοροποιήσεις. Μια σημαντική πτυχή των παραπάνω ρυθμίσεων αφορά το ύψος του μισθώματος & του αντίστοιχου φόρου εισοδήματος από το οποία σε τελική ανάλυση καθορίζεται το συνολικό μερίδιο εσόδων του δημοσίου (Government Take) & το αντίστοιχο μερίδιο εσόδων της εταιρείας (Company Take).
Σε γενικές γραμμές το μερίδιο του κράτους (Government Take) από την αξιοποίηση των κοιτασμάτων ορίζεται ως το συνολικό μερίδιο της χώρας από τα κέρδη ή έσοδα των υδρογονανθράκων που δεν συνδέονται με την ανάκτηση του κόστους της επένδυσης. Ανάλογα λοιπόν με τα χαρακτηριστικά (θαλάσσιο βάθος, εύκολη ή δύσκολη γεωλογία) παραχωρηθείσης θαλάσσιας περιοχής (οικοπέδου) καθορίζονται και όροι προκήρυξης διαγωνισμού προς υποβολή προσφορών εκ μέρους των εταιρειών πετρελαίου. Οι όροι αυτοί είναι εκείνοι που κατά κύριο λόγο καθορίζουν των επιμερισμό των μελλοντικών εσόδων από τυχόν παραγωγή υδρογονανθράκων. Επειδή δε ο ανταγωνισμός στην προσέλκυση επενδύσεων σε παγκόσμια είναι πολύ μεγάλος υπάρχει ανάγκη ο επιμερισμός των εσόδων αυτών να είναι ανταγωνιστικός.
Σε παγκόσμια κλίμακα το μέσο συνολικό μερίδιο εσόδων του Δημοσίου από εκμετάλλευση κοιτασμάτων είναι της τάξης του 64% αφού τα μερίδια των περισσοτέρων κρατών βρίσκονται μεταξύ 40% & 84%. Είναι προφανές πως η στάση του κράτους, η προκήρυξη του διαγωνισμού και η διαπραγματευτική δεινότητα αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για το πόσο μεγαλύτερο ποσοστό μπορεί να αποσπάσει από τη συμφωνία που θα υπογράψει.
πηγη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου