Βρυξέλλες: Του Θάνου Αθανασίου
Με ή χωρίς δημόσια παραδοχή, η επαναδιαπραγμάτευση του ελληνικού προγράμματος έχει ξεκινήσει στο παρασκήνιο. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, διά των συνδέσμων του στην Ευρώπη, κατέστησε σαφές στην Κομισιόν και τους εταίρους ότι το ελληνικό οικονομικό πρόγραμμα «δεν βγαίνει» και, ως εκ τούτου, απαιτείται «παρέμβαση με στόχο την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους και τη συνέχιση της χρηματοδότησης».
Η εσωτερική έκθεση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και τους στόχους που έχουν τεθεί για το 2020 δόθηκε στα στελέχη της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών (DGECFIN), στον επίτροπο Ολι Ρεν, ετέθη την περασμένη Τετάρτη στη διάθεση του Κολεγίου των Επιτρόπων και μπήκε στην ατζέντα του προέδρου Μανουέλ Μπαρόζο, ο οποίος, με τη σειρά του, εξέφρασε τους προβληματισμούς της Κομισιόν στην ελληνική κυβέρνηση.
Το πρόβλημα της Ελλάδας μοιάζει με «Λερναία Ύδρα», εξηγούν στελέχη της επιτροπής στη Realnews. Η εξίσωση φαντάζει ανεπίλυτη και οι μεταβλητές αλλλοαναιρούνται. Αρχικά, είναι οι καθυστερήσεις στις αποκρατικοποιήσεις. Το χρονοδιάγραμμα των 50 δισ. έως το 2015 είναι τόσο πίσω που δύσκολα μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος με τους σημερινούς ρυθμούς - χωρίς καν να συνυπολογιστούν οι διαθέσεις της αγοράς και τα ευρήματα της έκθεσης της BlackRock. Στη συνέχεια η πορεία του χρέους εκτροχιάζεται από τα ετήσια ελλείμματα του 2011 και 2012, σε συνδυασμό με τη μείωση του ΑΕΠ λόγω ύφεσης. Ακόμα χειρότερη γίνεται η κατάσταση αν θεωρήσει κανείς, όπως το ΔΝΤ, ότι η κυβέρνηση δεν είναι σε θέση, με τις σημερινές συνθήκες, να δημιουργήσει τα συμφωνημένα ονομαστικά πρωτογενή πλεονάσματα των ετών 2013 και 2014. Επιπλέον, φαίνεται σαφώς από τις διαθέσεις των εταίρων, τις ερμηνείες που δίνει η τρόικα στα μέτρα και προεξοφλείται από τις αγορές ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στη διαδικασία περί υπερβολικού ελλείμματος και το 2015 και το 2016, ανεξαρτήτως διασφάλισης χρηματοδότησης.
Αυτό το τελευταίο είναι που ξεχειλίζει και το ποτήρι. Αν το ζήτημα ήταν αποκλειστικά στα χέρια των εταίρων, τότε η απόφαση θα ήταν ήδη γνωστή: «Αφήστε να φτάσουμε στο 2015 και θα δούμε τότε αν η Ελλάδα μπορεί ή όχι να επιστρέψει στις αγορές». Η πρακτική αυτή, όμως, δεν βρίσκει σύμφωνο το εκτελεστικό συμβούλιο του ΔΝΤ και, ως εκ τούτου, το ταμείο καλεί τους εταίρους «ή να βρουν λύση ή να λύσουν το πρόγραμμα και να σταματήσουν τη χρηματοδότηση».
Οι κυβερνήσεις των εταίρων είναι «υπέρ το δέον εκνευρισμένες με το ΔΝΤ και τα μέλη του διοικητικού του συμβουλίου», αναφέρει διπλωματική πηγή, η οποία υπενθύμισε στη Realnews παλαιότερη δήλωση του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, που εκφράζει το κοινό αίσθημα στο Συμβούλιο των 17: «Δεν είμαι υπέρ του να γίνεται έκθεση βιωσιμότητας κάθε δύο μήνες». Παρ’ όλ’ αυτά, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο η Ε.Ε. σύρεται πρόωρα στην αναδιαπραγμάτευση του ελληνικού πακέτου ήδη από τον Σεπτέμβριο, με αποτέλεσμα που θα εξαρτηθεί πολιτικά από την έκθεση της τρόικας.
Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση και ο κυβερνητικός συνασπισμός θα περάσει έναν «καυτό» Αύγουστο για να φέρει εις πέρας ή να δρομολογήσουν μεταρρυθμίσεις που θα κρατήσουν την Ελλάδα στο παιχνίδι. Ανάλογα με το αποτέλεσμα, στις Βρυξέλλες κυριαρχούν δύο σενάρια για τις επόμενες εξελίξεις:
Το κακό σενάριο
Αν, παρά τον επιπλέον χρόνο προσαρμογής, η κυβέρνηση δεν φέρει ορατά αποτελέσματα ή χάσει το παιχνίδι της επικοινωνίας με τις Βρυξέλλες και τους εταίρους, η ελληνική υπόθεση θα κλείσει άδοξα. Με μια αρνητική έκθεση, οι εταίροι θα διασπαστούν στο Συμβούλιο, δεν θα εκταμιεύσουν την επόμενη δόση στα τέλη Σεπτεμβρίου, το ΔΝΤ θα ανακοινώσει ότι αποχωρεί από το πρόγραμμα και θα ζητήσει τη διεθνή προστασία για να διακανονιστούν οι οφειλές της χώρας προς αυτό. Η Ελλάδα θα αναγκαστεί να κηρύξει στάση πληρωμών και να αποχωρήσει από το κοινό νόμισμα. Οι εξελίξεις μπορεί να έχουν μέσο χρόνο ωρίμανσης τους τρεις μήνες -άρα, να ξεπεραστεί το εμπόδιο των αμερικανικών εκλογών- και τα καθοριστικά γεγονότα να λάβουν χώρα τον Δεκέμβριο, με τους πολίτες εξουθενωμένους από την εσωτερική στάση πληρωμών που θα έχει προηγηθεί. Το σενάριο αυτό διακινούν τουλάχιστον δύο επενδυτικές τράπεζες.
Το καλό σενάριο
Αν η κυβέρνηση καταφέρει να δρομολογήσει όλα όσα συμφώνησε με την τρόικα, τότε οι ελεγκτές θα συγγράψουν μια έκθεση που θα αποτυπώνει την πραγματικότητα και θα εισηγούνται τη συνέχιση του προγράμματος. Το ΔΝΤ θα θέσει ως προϋπόθεση τη συνέχιση της χρηματοδότησης για το 2015 και οι Βρυξέλλες, έχοντας ολοκληρώσει την τραπεζική εποπτεία μέσω ΕΚΤ, θα υποσχεθούν ότι θα εντάξουν τα 50 δισ. του ελληνικού δανείου για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στο απευθείας πρόγραμμα του μόνιμου μηχανισμού(ESM). Το ΔΝΤ θα συναινέσει και η ΕΚΤ θα αναγκαστεί να δεχθεί ένα κούρεμα 20% έως 25% στα ελληνικά ομόλογα που κατέχει. Το σενάριο έχει χρόνο ωρίμανσης μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου και προβλέπει: συζήτηση σε τέσσερις συνόδους κορυφής, μία τακτική τον Οκτώβριο, μία έκτακτη, όπως φημολογείται από διπλωμάτες με κοινοτική ατζέντα τον Νοέμβριο, την τακτική του Δεκεμβρίου και άλλη μία αποκλειστικά για το νέο πακέτο στα τέλη Ιανουαρίου. Ακόμα και τότε η μείωση των επιτοκίων των παλαιών δανείων και η μεγαλύτερη περίοδος αποπληρωμής δεν αναμένεται να αποφασιστεί σε αυτή τη φάση της διαπραγμάτευσης και θα παραμείνει «κίνητρο για το μέλλον».
Κουρασμένοι από τις «ελληνικές εξάρσεις»
Ούτε το ΔΝΤ ούτε και οι εταίροι καταδικάζουν εκ προοιμίου την ελληνική προσπάθεια, αρκεί να γίνει όπως πρέπει και να μη διακοπεί βιαίως από περίεργες πολιτικές διαθέσεις, οι οποίες συνήθως ανακύπτουν από κομματικές και μικροπολιτικές διεργασίες. Η Κομισιόν σήμερα εργάζεται με το δεδομένο ότι ο ελληνικός λαός έχει κάνει την επιλογή του μέσω των εκλογών και αυτή είναι η παραμονή στο ευρώ, κάτι που επαναβεβαίωσαν ο πρωθυπουργός και ο πρόεδρος Μπαρόζο στην τελευταία τους συνάντηση στην Αθήνα. Η Κομισιόν, όμως, δεσμεύεται από τους εταίρους, πολλοί από τους οποίους δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να τραβήξουν την πρίζα βιαίως. Από την άλλη, τόσο η Κομισιόν όσο και οι εταίροι έχουν κουραστεί από τις αλλεπάλληλες ελληνικές κρίσεις, που ξεκινούν συνήθως ως κεραυνός εν αιθρία, π.χ. οι δύο αποχωρήσεις της τρόικας, η κρίση του Μαΐου του 2011 με τη μυστική σύσκεψη στο Λουξεμβούργο, η κρίση του δημοψηφίσματος στις Κάννες, η κρίση της προεκλογικής περιόδου κ.ά. Οι «ελληνικές εξάρσεις», όπως λένε στις Βρυξέλλες, είχαν μόνο ένα αίτιο: την έλλειψη διάθεσης για αλλαγές. Είναι προφανές ότι κανένα Κοινοβούλιο στην Ε.Ε. δεν είναι διατεθειμένο να τις ανέχεται εσαεί.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου