Γιατί η Ελλάδα υπνοβατεί προς την καταστροφή; Το παλαιό πέθανε αλλά το νέο δεν έχει ακόμη γεννηθεί.



του Παύλου Ελευθεριάδη*

Γιατί η Ελλάδα υπνοβατεί προς την καταστροφή; Ως Έλλην πολίτης γνωρίζω εδώ και χρόνια την φρικτή κατάσταση της δημοσιονομικής μας θέσης. Το πολιτικό σύστημα όμως, απέτυχε να αντιδράσει, όπως απέτυχε να σχηματίσει και κυβέρνηση συνασπισμού. Οι εκλογές του Ιουνίου είναι ένα στοίχημα επειδή τα ακραία κόμματα έχουν την πρωτοβουλία. Πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο; Οι αιτίες βρίσκονται σε τρεις παράγοντες της ελληνικής πολιτικής ζωής που έχουν περάσει απαρατήρητοι.

Ο πρώτος είναι η καλλιέργεια του μίσους. Η κληρονομιά από τον εμφύλιο πόλεμο του 1946-1949 ήταν η συνεχής και ταπεινωτική δίωξη της αριστεράς. Η ελληνική κοινωνία της δεκαετίας του 1950 ήταν βαθιά ιεραρχική σε όρους οικογένειας και τάξεων. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου δημιουργήθηκε μία ακόμη ιεραρχία: Οι αριστεροί και άλλοι αντικομφορμιστές θεωρήθηκαν επικίνδυνοι και μη πατριώτες και διώχθηκαν από έναν μηχανισμό καταπίεσης που παροπλίστηκε μόνο με την πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας το 1974.
Όταν οι Σοσιαλιστές κέρδισαν την εξουσία το 1981 δημιούργησαν μία νέα ιεραρχία. Έδωσαν στους αριστερούς υποστηρικτές τους θέσεις στον δημόσιο τομέα, προαγωγές και κρατικά συμβόλαια. Η δεξιά χαρακτηρίστηκε επικίνδυνη και μη πατριωτική.

Η ρητορική του μίσους συνεχίζεται και σήμερα. Η ελληνική δημόσια ζωή εξακολουθεί να είναι θεατρική και δηλητηριώδης. Τα κόμματα της αριστεράς χαρακτηρίζουν την στήριξη από την ΕΕ «πράξη βαρβαρότητας» και «έγκλημα». Τα κόμματα της άκρας δεξιάς καλούν τους φιλο-Ευρωπαίους ηγέτες «προδότες». Η ρητορική τους σπανίως αφορά τις αιτίες που προκάλεσαν την κρίση ή πως μπορεί να λυθεί. Ο σχηματισμός κυβέρνησης θα προκαλούσε την επίσημη οργή όλων.

Η κομματική αντιπαλότητα άνοιξε τον δρόμο και για τον δεύτερο παράγοντα: την επικράτηση της φιλοσοφίας της πλειοψηφίας. Η Ελλάδα έχει ένα φιλελεύθερο Σύνταγμα από το 1864. Με τις συνεχείς πολιτικές παρεμβάσεις όμως, επέβαλαν συνταγματικές και πολιτιακές μεταβολές που καθιστούσαν εξαιρετικά δύσκολο να σχηματιστεί κυβέρνηση συνασπισμού.
Οι Δημόσιοι υπάλληλοι είναι πλέον ριζικά πολιτικοποιημένοι και δουλοπρεπείς. Οι προμήθειες του Δημοσίου για υπηρεσίες και προϊόντα βρίσκονται τελικά υπό τον έλεγχο λίγων υπουργών. Οι κυβερνήσεις διορίζουν τους επικεφαλείς της δικαιοσύνης με κομματικά κριτήρια. Το αποτέλεσμα είναι ένα δυσλειτουργικό διοικητικό σύστημα που εξαρτάται για τα πάντα από την πολιτική.
Ο τρίτος πολιτικός παράγοντας είναι ο θάνατος του Τύπου. Μέχρι το 1989, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση ήταν κρατικά μονοπώλια. Μετά από σειρά ατελέσφορων δικαστικών μαχών, ορισμένοι επιχειρηματίες άρχισαν να μεταδίδουν τηλεοπτικό πρόγραμμα. Πρακτικά έκλεβαν συχνότητες. Η κυβέρνηση τότε δεν αντέδρασε. Το 1993 δόθηκαν σε οχτώ σταθμούς «προσωρινές άδειες», οι οποίες ανανεώθηκαν το 2007.

Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε το 2010 ότι οι προσωρινές άδειες είναι αντισυνταγματικές. Η δικαστική απόφαση όμως, δεν επέφερε καμία αλλαγή. Οι πολιτικοί φοβούνται να ταράξουν τα νερά.Πως όμως, αυτό το γεγονός οδήγησε στο θάνατο του Τύπου; Οι τηλεοπτικοί σταθμοί απορροφήθηκαν από εκδοτικούς οίκους. Οι περισσότεροι δεν σέβονται τους κανόνες για αντικειμενικότητα ή μετριοπάθεια. Η παρέμβαση των ιδιοκτητών είναι αχαλίνωτη και κραυγαλέα ιδιοτελής. Η θερμή ρητορική των πολιτικών αναπαράγεται και ενισχύεται από τους τηλεοπτικούς δημοσιογράφους. Υπάρχουν ελάχιστα περιθώρια για προβληματισμό ή συναίνεση.
Η καλλιέργεια του μίσους, η ανάδειξη της φιλοσοφίας της πλειοψηφίας και ο θάνατος του Τύπου από κοινού εξηγούν την τρέχουσα παράλυση εν μέσω της κρίσης. Η ελληνική πολιτική ζωή ιδιωτικοποιήθηκε.

Οι αδίστακτοι πολιτικοί, τα κυνικά εργατικά συνδικάτα και οι ολιγάρχες των ΜΜΕ κρατούν σε ομηρία τη δημόσια ζωή μας. Ελάχιστα νοιάζονται για το χρέος, πόσο μάλλον για τις μεταρρυθμίσεις. Δεν βλέπουν πόσο επείγον είναι να αποτραπεί η καταστροφική έξοδος από το ευρώ. Δεδομένων των εξωφρενικών τους κερδών, η εσωτερική κατανομή των πόρων είναι πολύ πιο σημαντική για αυτούς από το συνολικό μέγεθος της πίτας.

Γι’ αυτό τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα κατέρρευσαν στις εκλογές του Μαίου. Είναι σύμβολα της ανικανότητας και της διαφθοράς. Δεν έχουν το ηθικό κύρος να ζητήσουν θυσίες. Το εκλογικό σώμα έχει φτάσει στα όριά του με τη λιτότητα. Είναι όμως, περισσότερο εκνευρισμένο με εκείνους που αθέμιτα δημιούργησαν το πρόβλημα. Κατά συνέπεια, ακόμη κι αν το 80% του εκλογικού σώματος θέλει παραμονή της χώρας στο ευρώ, το 68% ψήφισε κόμματα που αντιτίθενται στη συμφωνία στήριξης. Ήταν ο τρόπος τους να ψηφίσουν υπέρ της αλλαγής.

Το παλαιό πέθανε αλλά το νέο δεν έχει ακόμη γεννηθεί. Η ξαφνική αποχώρηση του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου το Νοέμβριο, έπιασε άπαντες εξ απήνης. Ελάχιστοι είχαν προβλέψει αυτή την ταχεία πτώση των σοσιαλιστών και των συντηρητικών, που εισέρχονται στην εκλογική μάχη κλονισμένοι και εντελώς στερημένοι από ενέργεια και ιδέες. Ο αναίσχυντος λαϊκισμός της ριζοσπαστικής αριστεράς μπορεί να της εξασφαλίσει στήριξη για λίγο καιρό ακόμη, αλλά μπορεί επίσης να οδηγήσει και σε μία εντυπωσιακή πτώση. Η ελληνική κρίση είναι πλέον πολιτική.Η απάντηση βρίσκεται μόνο στην ανάδειξη νέων και αξιόπιστων πολιτικών κομμάτων. Θα πρέπει να στοχεύσουμε σε ανάκτηση της εμπιστοσύνης στους δημοκρατικούς μας θεσμούς, στο ξεκαθάρισμα των ΜΜΕ, στην τιμωρία της διαφθοράς και στο να δοθεί ελπίδα για μία παραγωγική και ανταγωνιστική οικονομία. Το εκλογικό σώμα της Ελλάδας σοφά απαιτεί ολοκληρωτική και ταχεία ανανέωση.
*Ο Παύλος Ελευθεριάδης διδάσκει στη νομική σχολή του πανεπιστημίου της Οξφόρδης

Σχόλια