«Ανάπτυξη;» Ανέκδοτο την κατάντησαν τη λέξη…


Σε πληροφορίες για αναθεώρηση της πρόβλεψης για την πορεία του ΑΕΠ κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους από την Τράπεζα της Ελλάδας αναφέρονται οι Financial Times – Τι λένε οι γερμανικές εφημερίδες για την καθυστέρηση στη διαπραγμάτευση και τις διαφωνίες.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο πήχης για τον ρυθμό της ανάπτυξης κατεβαίνει στο 1,5%, από 2,7% που ήταν η μέχρι τώρα πρόβλεψη.
Μάλιστα, οι αναθεωρημένες προβλέψεις βασίζονται στην υπόθεση ότι η Ελλάδα θα καταλήξει σε συμφωνία κατά την διάρκεια του Μαΐου.
«Σε διαφορετική περίπτωση, θα πρέπει να περιμένουμε επιστροφή στην ύφεση κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους» αναφέρει αξιωματούχος της ΤτΕ στους FT.
«Ο χρόνος πιέζει – Διαφωνίες για την Ελλάδα»
Δύο μέρες πριν το Eurogroup της Παρασκευής οξύνεται η αντιπαράθεση με την Ελλάδα με αφορμή τις μεταρρυθμίσεις, σημειώνει η Süddeutsche Zeitung στις οικονομικές της σελίδες σε άρθρο με τίτλο «Διαφωνίες για την Ελλάδα».
Η εφημερίδα του Μονάχου επισημαίνει: «Μετά από διαπραγματεύσεις μηνών ακόμα να συμφωνήσουν οι πιστωτές για τους δημοσιονομικούς στόχους που πρέπει να πετύχει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Το βασικό ερώτημα είναι για πόσο χρονικό διάστημα θα πρέπει να ισχύσει ο στόχος του 3,5% για το πρωτογενές πλεόνασμα, που συμφωνήθηκε για το 2018, αλλά και ποιες μεταρρυθμίσεις απαιτούνται για να επιτευχθεί. Υψηλόβαθμος αξιωματούχος της ΕΕ δήλωσε ότι «θα πρέπει να συμφωνήσουν και οι τέσσερις θεσμοί για να ολοκληρωθεί το ταχύτερο η δεύτερη αξιολόγηση».
Εκπρόσωποι των θεσμών και ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις το βράδυ της Τρίτης. (…)
Στο μεταξύ οι δανειστές αυξάνουν την πίεση προς την Αθήνα. «Υπάρχει κλίμα ανησυχίας, δηλώνει υψηλόβαθμος Ευρωπαίος αξιωματούχος. Αν και για την τρέχουσα και επόμενη χρονιά οι προγνώσεις για την ανάπτυξη είναι θετικές, μια γρήγορη ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα αποκαθιστούσε την εμπιστοσύνη. Σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να επανεξεταστούν τα οικονομικά στοιχεία, που καθορίζουν την μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας, πρόσθεσε ο αξιωματούχος».
Handelsblatt: «Η Αθήνα συνομιλεί με τους δανειστές»
«Η Αθήνα συνομιλεί με τους δανειστές» είναι ο τίτλος άρθρου στην διαδικτυακή Handelsblatt. Η οικονομική εφημερίδα του Ντίσελντορφ παρατηρεί: «Ο χρόνος πιέζει. Τον Ιούλιο η Ελλάδα θα πρέπει να αποπληρώσει περισσότερα από 7 δις ευρώ σε διάφορους πιστωτές. Η Αθήνα όμως δεν διαθέτει τα χρήματα. Το ζήτημα της Ελλάδας θα απασχολήσει το επόμενο Eurogroup, την Παρασκευή στη Μάλτα. Οι διεθνείς δανειστές ζητούν από την ελληνική κυβέρνηση περαιτέρω μέτρα λιτότητας ύψους 3,6 δις ευρώ. Ζητούμενο είναι κυρίως η μείωση του αφορολόγητου στα 6.000 ευρώ το χρόνο. Επιπλέον οι πιστωτές ζητούν και άλλες περικοπές στις συντάξεις. Σύμφωνα με την ελληνική αστυνομία, 4.000 συνταξιούχοι διαδήλωσαν χθες στο κέντρο της Αθήνας διαμαρτυρόμενοι ότι λαμβάνουν πλέον μόνο μια ελεημοσύνη. Ένα ακόμα πρόβλημα στις διαπραγματεύσεις είναι οι διαφωνίες μεταξύ των δανειστών. Το ΔΝΤ εξακολουθεί να ζητά μέτρα για τη μείωση του ελληνικού χρέους. Σε διαφορετική περίπτωση, όπως υποστηρίζει, η Ελλάδα δεν μπορεί να βγει από την κρίση. Οι Ευρωπαίοι δανειστές απορρίπτουν ωστόσο το αίτημα του Ταμείου».
Bild: «10 δις έλαβε η Ελλάδα από την ΕΕ»
Για πολλούς Έλληνες η ΕΕ είναι κόκκινο πανί, λόγω των προγραμμάτων λιτότητας. Εσωτερικά στοιχεία της Κομισιόν δείχνουν ωστόσο, πόσο η Αθήνα επωφελείται στην πραγματικότητα από τις Βρυξέλλες, γράφει η ιστοσελίδα της εφημερίδας Bild.
Και η γερμανική εφημερίδα σημειώνει: «Περισσότερα από 10 δις ευρώ έχει λάβει από τον Ιούλιο του 2015 η Ελλάδα από τα ευρωπαϊκά ταμεία. Το ποσό αντιστοιχεί περίπου στο 6% του ελληνικού ΑΕΠ. Η ΕΕ είναι επομένως ο μεγαλύτερος δημόσιος επενδυτής στην Ελλάδα! Με τη βοήθεια των Βρυξελλών, η Αθήνα απέκτησε εκ των υστέρων πρόσβαση σε κονδύλια που της αναλογούσαν την περίοδο 2007-2013. Πολλά προγράμματα χρηματοδοτήθηκαν εξ΄ ολοκλήρου από την ΕΕ χωρίς να χρειαστεί, όπως συνηθίζεται, συγχρηματοδότηση από την Ελλάδα. Για την οικονομική περίοδο 2014-2020 η Ελλάδα έχει απορροφήσει ήδη το 20% των περίπου 20 δις ευρώ που δικαιούται. Ο μέσος όρος στην ΕΕ βρίσκεται μόλις στο 8%».
DW

Σχόλια