Ίμια: Ποιες ήταν οι αδυναμίες των Ειδικών Δυνάμεων στην κρίση του '96

Η κρίση των Ιμίων ανέδειξε ιδιαίτερα το θέμα των Ειδικών Δυνάμεων. Η αναγκαιότητα τους μέσα στον επιχειρησιακό σχεδιασμό όλων των χωρών σε διεθνές επίπεδο έχει καθιερωθεί ως επιβεβλημένη και ιδιαίτερα στην Ελλάδα όπου το γεωγραφικό περιβάλλον και ο νησιωτικός της χαρακτήρας υπαγορεύουν την ανάγκη άριστης ικανότητα διεξαγωγής ανορθόδοξου πολέμου τόσο στο ΣΞ όσο και στο ΠΝ και την ΠΑ. 


Το Πολεμικό Ναυτικό διατηρεί μέχρι σήμερα ιδιαίτερη παράδοση στον ανορθόδοξο πόλεμο με προσεκτική επιλογή και εκπαίδευση των βατραχανθρώπων ώστε να έχουν αυξημένες πιθανότητες να φέρουν εις πέρας ιδιαίτερα δύσκολες αποστολές. Η Διοίκηση Υποβρυχίων Καταστροφών (τότε ακόμα Μονάδα Υποβρυχίων Καταστροφών – ΜΥΚ) είχε αναπτύξει πολύ πριν την κρίση των Ιμίων, ιδιαίτερη ικανότητα σε επιχειρήσεις υποβρύχιας διείσδυσης με αποδεδειγμένη ικανότητα απόκρυψης από πάσης φύσεως μέτρα και μέσα εντοπισμού.



Το βάρος που σήκωσαν οι βατραχάνθρωποι

Στην περίοδο της κρίσης του ’96 όπου Ελλάδα και Τουρκία βρέθηκαν στο χείλος του πολέμου, οι βατραχάνθρωποι ήταν οι πρωταγωνιστές. Εστάλησαν σε μια αποστολή που εφόσον ξεκινούσαν εχθροπραξίες, το πιο πιθανό ήταν να μην υπήρχε γι αυτούς επιστροφή..

Έχοντας να αντιμετωπίσουν μόνο αντιξοότητες με σαφείς κανόνες εμπλοκής από την στρατιωτική ηγεσία, τις χειρότερες καιρικές συνθήκες πάνω σε ένα βράχο στα παγωμένα νερά του Αιγαίου, με ελλιπή εξοπλισμό (και όλα αυτά γνωρίζοντας ότι μπορεί να ρίξουν τις πρώτες σφαίρες ενός πολέμου που μπορούσε να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή), έκαναν αυτό που γνωρίζουν καλύτερα από κάθε άλλον. 

Εκτέθηκαν στον κίνδυνο, έμειναν σχεδόν μόνοι και τελικά αναγκάστηκαν να φέρουν εις πέρας το αδιανόητο για κάθε Έλληνα.. Να υποστείλουν έπειτα από διαταγή την Ελληνική σημαία επί Εθνικού Εδάφους και να την πάρουν μαζί τους προτού αποχωρήσουν από τη δυτική Ίμια. 
Έτσι διέσωσαν εκείνες τις κρίσιμες ώρες - έστω και με αυτόν τον τρόπο - ότι απέμεινε από την υπόληψη ενός ολόκληρου Έθνους. Μιας υπόληψης την οποία η τότε πολιτική ηγεσία δεν είχε το σθένος να υπερασπιστεί, αφού θα προτιμούσε η σημαία να αφεθεί να «παρασυρθεί» από τους ανέμους...

Η ψυχραιμία και η αυτοσυγκράτηση που επέδειξαν, διέκρινε τους βατραχανθρώπους, αφού επέλεξαν (παρά την κρισιμότητα της κατάστασης) να υπακούσουν σε άστοχες εντολές που λάμβαναν αυτοί που διεύθυναν την κρίση εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, δίχως όμως να έχουν άμεση αντίληψη της κατάστασης. Ακόμη όμως και εκείνες τις δύσκολες στιγμές, παρά τα λάθη της ηγεσίας, οι βατραχάνθρωποι επιβεβαίωσαν την απόλυτη εμπιστοσύνη που μπορεί και πρέπει να έχει η εκάστοτε πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδας, προς το πρόσωπό τους.



Οι άγνωστες πτυχές αναφορικά με την τακτική κατάσταση.

Αυτό που λίγοι γνωρίζουν είναι ότι ο τότε ΑΓΕΕΘΑ είχε προϊδεάσει τα Γενικά Επιτελεία για προετοιμασία ανακατάληψης νήσου από τις 19 Ιανουαρίου 1996. Φυσικά θα επρόκειτο για μια δύσκολη επιχείρηση με κίνδυνο απώλειας προσωπικού με απαίτηση για άριστη προετοιμασία, αποφασιστικότητα και συντονισμό εμπλεκόμενων δυνάμεων. 


Σημειώνεται ότι ήδη από τις 08:00 της 30ης Ιανουαρίου, το ΓΕΕΘΑ αποδέσμευσε Κανόνες Εμπλοκής προς τα πλοία και εν συνεχεία από τα αγήματα ξηρά αναφέροντας ότι: «Χρήση βίας επιτρέπεται σε περίπτωση αυτοάμυνας, και μη συμμορφώσεως για απομάκρυνση ατόμων επιχειρούντων αποβίβαση στις νησίδες. Εγκρίνεται η χρήση προειδοποιητικών βολών, προς αποτροπή προσγείωσης τουρκικών ελικοπτέρων». 

Στη συνείδηση των τεσσάρων Αρχηγών Επιτελείων ήταν ξεκάθαρο ότι θα αντιταχθεί εκ μέρους των ελληνικών Ε.Δ στρατιωτική βία εναντίον ενδεχόμενης τουρκικής προσπάθειας για αποβίβαση προσωπικού στα Ίμια. Επιπλέον τόσο ο Α/ΓΕΝ όσο και ο ΥΦΕΘΑ, είχαν συμπεριλάβει και το Φαρμακονήσι ως πιθανό στόχο των Τούρκων. Τελικά η προστασία του Φαρμακονησίου ανατέθηκε σε μονάδα επιφανείας του ΠΝ. Ακολούθως για την προστασία της Καλόλιμνου διατέθηκε 12μελής Ομάδα του 5ου ΕΤΕΑ, τις απογευματινές ώρες της 30ης Ιανουαρίου. 

Στο σημείο αυτό διαπιστώθηκε σύγχυση ως προς το συντονισμό του ΓΕΕΘΑ με την ΑΣΔΕΝ καθώς προέκυψε αδιευκρίνιστο (μέχρι σήμερα) ζήτημα σε ότι αφορά θέματα διάθεσης και τοποθέτησης διαθέσιμων δυνάμεων που αναπτύσσονται με συγκεκριμένους Κανόνες Εμπλοκής από τον Τακτικό Διοικητή (ΠΝ) και τον Τοπικό Διοικητή (ΑΣΔΕΝ). Συνέπεια τούτου ήταν να αφεθεί αφύλακτη η δυτική Ίμια, με αποτέλεσμα τούρκοι βατραχάνθρωποι εξορμώντας από τη φρεγάτα “Yavuz” και εκμεταλλευόμενοι τη χαμηλή ορατότητα λόγω κακοκαιρίας (σε συνδυασμό με την παραπλανητική διέλευση ζέυγους τουρκικών ε/π S-70 Blackhawk), να αποβιβαστούν αθέατοι και να την καταλάβουν.   

Όταν ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης ρώτησε τον τότε Α/ΓΕΕΘΑ Ναύαρχο Χρ. Λυμπέρη (τα ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου) για το εφικτό της αναίμακτης ανακατάληψης εντός 45 λεπτών, έλαβε αρνητική απάντηση. Ως καταλληλότερη εναλλακτική προτάθηκε βομβαρδισμός από ναυτικά πυροβόλα ή αεροπορική προσβολή. Ο δισταγμός της πολιτικής ηγεσίας και ο μετέπειτα συμβιβασμός έκρινε τελικά την έκβαση των εξελίξεων με τα γνωστά αποτελέσματα..



Σε τι κατάσταση ήταν οι Ειδικές Δυνάμεις του ΕΣ;


Δυστυχώς από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 το ΓΕΕΘΑ κατά γενική ομολογία δεν είχε ασχοληθεί στο βαθμό που θα έπρεπε για την κάλυψη των αναγκών των βατραχανθρώπων μέσα και υλικά. Πάντως την επίμαχη περίοδο των Ιμίων προβλεπόταν η υπαγωγή Ειδικών Δυνάμεων του ΕΣ υπό τον επιχειρησιακό έλεγχο του ΓΕΕΘΑ, για εκτέλεση συγκεκριμένων αποστολών. Διαπιστώθηκαν όμως κενά και εκεί καθόσον είχε προηγηθεί η σταδιακή περιθωριοποίηση τους ήδη από το 1985 με την διάλυση της Μεραρχίας Ειδικών Δυνάμεων του ΕΣ με καθαρά πολιτικά κριτήρια. 

Η εξέλιξη αυτή είχε οδηγήσει στην διαμόρφωση μονάδων με μορφή επίλεκτων τμημάτων Πεζικού, με τα ανάλογα κενά σε μέσα, υλικά και οπλισμό. Οι αδυναμίες που έπρεπε να αντιμετωπιστούν περιλάμβαναν χαμηλή επάνδρωση, κενά εκπαίδευσης, έλλειψη οργανικών μέσων μεταφοράς ελλείψεις επικοινωνιών, πεπαλαιωμένο οπλισμό.

Εξαίρεση στις Ειδικές Δυνάμεις του ΕΣ αποτελούσε το Ειδικό Τμήμα Αλεξιπτωτιστών (ΕΤΑ) το οποίο είχε κατάλληλη σύνθεση και οργάνωση - όχι μονο για να φυλάξει - αλλά και να ανακαταλάβει εαν χρειαζόταν τμήμα Εθνικού Εδάφους. Μάλιστα είχε εκδοθεί πολεμική διαταγή και Επιχειρησιακές Ομάδες ηταν πανέτοιμες να επέμβουν αερομεταφερόμενες από ελικόπτερα της Αεροπορίας Στρατού. Για ανεξήγητους λόγους όμως το "πράσινο φώς"  για να σταλούν στα Ίμια δεν ήρθε ποτέ.. 


Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε αργότερα στη δημοσιότητα ο πρώην Α/ΓΕΕΘΑ Ναύαρχος Χρ. Λυμπέρης, οι προτάσεις που είχε θέσει το ΓΕΕΘΑ εκείνη την περίοδο για απόδοση προτεραιότητας στις Ειδικές Δυνάμεις, δεν είχαν γίνει δεκτές από πολιτική ηγεσία- Α/ΓΕΣ και Α/ΓΕΝ . Η κατάσταση αυτή  συνέβαλε τότε στα γνωστά προβλήματα μεταφοράς Ειδικών Δυνάμεων του ΕΣ για φρούρηση της ανατολικής βραχονησίδας στα Ίμια. Λόγος που (εν μέρει) έδωσε την τέλεια ευκαιρία στους τούρκους βατραχανθρώπους να την καταλάβουν πριν ακριβώς από 21 χρόνια. Φυσικά πολλά έχουν ειπωθεί για το κατά πόσον η διαχείριση της κατάστασης και των διαθέσιμων δυνάμεων στην περιοχή από πλευράς της τότε στρατιωτικής ηγεσίας, ήταν η πλέον ενδεδειγμένη τις πρώτες πρωινές ώρες της 31ης Ιανουαρίου.. 



Το ΓΕΕΘΑ στην κορύφωση της κρίσης κινητοποίησε όπως ήταν φυσικό τις μονάδες Ειδικών Δυνάμεων που είχε υπό τον έλεγχο του σε άμεση συνεννόηση με ΓΕΣ και ΑΣΔΕΝ. Επρόκειτο για το 13 ΣΑΚ, το ΕΤΑ, το ΚΕΑΠ, τα οποία υπάγονταν διοικητικά στο ΓΕΣ (θέματα διοικητικής μέριμνας , προσωπικού, εξοπλισμού. Επιπλέον το ΓΕΣ είχε την επιχειρησιακή διοίκηση της 32 Ταξιαρχίας Πεζοναυτών, του 1ου Συντάγματος Καταδρομών, του 2ου Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών, τα οποία προβλεπόταν να λαμβάνουν επιχειρησιακές αποστολές από το ΓΕΕΘΑ μόνο σε περίοδο πολέμου.

Έτσι λοιπόν συνεκτιμώντας όλους τους παραπάνω παράγοντες που διαμόρφωναν την μαχητική ισχύ των Ειδικών Δυνάμεων του ΕΣ τον Ιανουάριο του 1996, το συμπέρασμα ήταν ότι υπήρχαν σοβαρές ελλείψεις και αδυναμίες οι οποίες τελικά αντιμετωπίστηκαν κατά προτεραιότητα αμέσως μετά την κρίση των Ιμίων, με νέα φιλοσοφία που δρομολόγησε τις σωστές ενέργειες από πλευράς ΓΕΣ. 

Σήμερα φυσικά το τοπίο στις Ειδικές Δυνάμεις και μονάδες Ειδικών Επιχειρήσεων (ΕΣ, ΠΝ, ΠΑ) είναι πολύ διαφορετικό σε ότι αφορά την οργανωτική τους δομή καθώς αυτές υπάγονται πλέον σε Διακλαδική Διοίκηση υπό το ΓΕΕΘΑ με σημαντικές βελτιώσεις σε μέσα και οπλισμό σε σχέση με την περίοδο του 96. 

Δυστυχώς όμως πρέπει να γίνουν πολλά ακόμη καθώς η προσπάθεια επανεξοπλισμού τους που ακολούθησε την κρίση των Ιμίων, έχασε τη δυναμική της στα μέσα της δεκαετίας του 2000, ενώ φτάνοντας στις μέρες μας έχει ανασταλεί εντελώς με ότι αυτό συνεπάγεται για τη μαχητική τους ικανότητα.. 

Η απειλή όμως 21 χρόνια μετά τα Ίμια όχι μόνο υφίσταται αλλά γιγαντώνεται επιβάλλοντας προετοιμασία και άμεση ενίσχυση.
Πηγή OnAlert


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Σχόλια